«Aνάσα» αναμένεται να πάρουν δεκάδες χιλιάδες νοικοκυριά, εντός του Ιουνίου, από την επιστροφή χρημάτων στους τραπεζικούς λογαριασμούς τους, με την εφαρμογή της απόφασης της κυβέρνησης για αναδρομική ισχύ της νέας παρέμβασης που αφορά τους λογαριασμούς του ηλεκτρικού ρεύματος.
«Κλειδί» για τον αριθμό των δικαιούχων είναι το ύψος του οικογενειακού εισοδήματος για το 2020 και οι συνολικές επιβαρύνσεις από τους λογαριασμούς του ρεύματος στο διάστημα από τον Δεκέμβριο του 2021 έως και τον Μάιο του 2022.
Το μέτρο της επιστροφής χρημάτων αφορά την πρώτη κατοικία, όπως είναι δηλωμένη στην ΑΑΔΕ. Έτσι, το μέτρο ουσιαστικά απευθύνεται σε 4,5 εκατ. μετρητές, δηλαδή κατοικίες, εκ των οποίων υπολογίζεται ότι σημαντικές επιβαρύνσεις είχαν περίπου 1,3 εκατ. Όπως διευκρίνισε ο Γ.Γ. Οικονομικών, όποιος είχε επιπλέον χρεώσεις και αφού αφαιρεθούν οι επιδοτήσεις από Πολιτεία και παρόχους, θα λάβει την επιστροφή.
Σε ό,τι αφορά το μέτρο του οικογενειακού εισοδήματος, σύμφωνα με τον υπουργό Οικονομικών Χρήστο Σταϊκούρα, περιλαμβάνει το 95% των φορολογουμένων.
Προκειμένου κάποιος να λάβει τα χρήματα της επιστροφής θα πρέπει να υποβάλλει αίτηση στην ηλεκτρονική πλατφόρμα η οποία και αναμένεται να ανοίξει στις αρχές Ιουνίου.
Οι αιτούντες θα πρέπει, μπαίνοντας στην πλατφόρμα, να πιστοποιήσουν ή και να διορθώσουν τα στοιχεία για την κατοικία τους, δηλαδή τον αριθμό της παροχής και να δηλώσουν, εάν δεν είναι περασμένος στο σύστημα της ΑΑΔΕ, τον αριθμό τραπεζικού λογαριασμού (IBAN).
Εν συνεχεία και αφού υποβληθεί η αίτηση, η ΑΑΔΕ θα τρέξει ένα πρόγραμμα για τον υπολογισμό του ποσού που δικαιούται ο καθένας με την άντληση στοιχείων από τους παρόχους.
Συγκεκριμένα, οι πάροχοι θα αποστέλλουν στην ΑΑΔΕ, το σύνολο των ποσών που αναγράφονται στους λογαριασμούς, που έχουν εκδοθεί από τον Δεκέμβριο έως και τον Μάιο, από την ρήτρα αναπροσαρμογής. Από το συνολικό ποσό θα αφαιρείται η επιδότηση που έχει δοθεί από το κράτος, καθώς και η πιθανή επιδότηση που έχει δοθεί από τον πάροχο.
Για το ποσό της καθαρής επιβάρυνσης θα επιστρέφεται το 60%. Για παράδειγμα:
1. Για καθαρή επιβάρυνση 1.000 ευρώ και πάνω η επιστροφή θα είναι 600 ευρώ.
2. Για επιβάρυνσης 500 ευρώ, η επιστροφή θα είναι 300 ευρώ.
3. Για 150 ευρώ, η επιστροφή θα είναι 90 ευρώ.
4. Για 30 ευρώ η επιστροφή θα είναι 18 ευρώ.
5. Για ποσά μικρότερα των 30 ευρώ επιβάρυνσης δεν θα προβλέπεται επιστροφή.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις, η επιστροφή που θα προκύψει θα πιστωθεί στους τραπεζικούς λογαριασμούς των δικαιούχων περίπου στα μέσα Ιουνίου. Τα ποσά θα είναι ακατάσχετα και ο κάθε δικαιούχος θα μπορεί να τα αξιοποιήσει όπως ο ίδιος επιθυμεί.
Η αναδρομικότητα καλύπτει την κατανάλωση ρεύματος, μόνο για την κύρια κατοικία, όπως έχει δηλωθεί ο αριθμός του μετρητή στην ΑΑΔΕ. Σε περίπτωση λάθους, ο χρήστης της κατοικίας θα μπορεί να το διορθώσει κατά την διάρκεια της υποβολής δήλωσης στην πλατφόρμα.
Για τους φοιτητές, η αποζημίωση θα δοθεί εφόσον οι ίδιοι υποβάλουν φορολογική δήλωση και δηλώνουν τη φοιτητική στέγη ως κύρια κατοικία τους.
Υπάρχουν και εξαιρέσεις, που αφορούν για παράδειγμα το ρεύμα των κοινοχρήστων σε πολυκατοικίες, καθώς το κριτήριο για την επιστροφή των χρημάτων αφορά μόνο την κατανάλωση για την πρώτη κατοικία.
Επιπλέον, τον Μάιο και τον Ιούνιο θα συνεχιστούν οι επιδοτήσεις στους λογαριασμούς ηλεκτρικού ρεύματος και φυσικού αερίου στα οικιακά και επαγγελματικά τιμολόγια.
Από τον Ιούλιο του 2022 και με χρονικό ορίζοντα έως και ένα χρόνο, ενισχύεται -οριζόντια- ο μηχανισμός εκπτώσεων στα τιμολόγια ρεύματος, ώστε να σταθεροποιηθεί η τιμή λιανικής.
Συγχρόνως, θα προσαρμόζεται -σε μηνιαία βάση- το ποσοστό επιδότησης στη λιανική αγορά, ενισχύοντας τον παρόντα μηχανισμό εκπτώσεων στα τιμολόγια, ώστε οι τιμές να παραμένουν μεσοσταθμικά σταθερές σε συγκεκριμένα επίπεδα, σημαντικά χαμηλότερες από αυτές που παρατηρήθηκαν τους προηγούμενους μήνες, και ελαφρώς υψηλότερες από αυτές που ίσχυαν πριν από την κρίση.
Τέλος όπως αναφέρεται από την κυβέρνηση «η νέα δυναμική δέσμη παρεμβάσεων θα απορροφήσει το 70-80% της αύξησης στην τιμή της κιλοβατώρας για νοικοκυριά και επιχειρήσεις. Το συνολικό κόστος τους ανέρχεται στα 3,2 δισ. ευρώ για το υπόλοιπο του 2022, εκ των οποίων περίπου 1,1 δισ. ευρώ επιβαρύνουν τον Κρατικό Προϋπολογισμό».