Μία σπουδαία ανακάλυψη έκαναν Έλληνες και ξένοι επιστήμονες καθώς βρήκαν απομεινάρια της μεγαλύτερης γνωστής ηφαιστειακής κατολίσθησης σε όλη τη Μεσόγειο, με όγκο έως και 125 κυβικών χιλιομέτρων, στον θαλάσσιο χώρο της Σαντορίνης.
Οι ερευνητές εκτιμούν ότι η κατολίσθηση συνέβη πριν περίπου 700.000 χρόνια, δηλαδή κατά την πρώιμη εξέλιξη του νησιού.
Το νησί της Σαντορίνης είναι ένας δημοφιλής τουριστικός προορισμός που προσελκύει εκατομμύρια ανθρώπους κάθε χρόνο. Ωστόσο, λίγοι τουρίστες συνειδητοποιούν ότι το νησί οφείλει τη σημερινή ιδιαίτερη μορφολογία του στην ηφαιστειακή έκρηξη που έλαβε χώρα κατά τη Μινωική εποχή, πριν από περίπου 3.600 χρόνια. Αυτή η έκρηξη θεωρείται μια από τις μεγαλύτερες των τελευταίων 12.000 ετών παγκοσμίως και πιθανώς είχε σημαντικό αντίκτυπο στην παρακμή του Μινωικού πολιτισμού.
Στην ιστορία της Σαντορίνης υπήρξαν επανειλημμένα μεγάλες εκρήξεις, καταρρεύσεις καλντέρας ή σχηματισμός εκτεταμένων σχηματισμών λάβας. Αυτή η γεωλογική ιστορία είναι καταγεγραμμένη στα τοιχώματα της καλντέρας και έχει αποτελέσει αντικείμενο πολλών μελετών.
Ωστόσο, σημαντικά γεγονότα κατολισθήσεων στο νησί, κατά τα οποία μεγάλες ποσότητες ιζημάτων και βράχων γλιστρούν στη θάλασσα και μπορούν να προκαλέσουν μεγάλα τσουνάμι, ήταν σχεδόν άγνωστα μέχρι στιγμής. Ίχνη τέτοιων μεγάλων γεγονότων έχουν ανακαλυφθεί σε πολλά άλλα ηφαίστεια, για παράδειγμα στις Κανάριες Νήσους ή στις Μικρές Αντίλλες.
Η νέα μελέτη που δημοσιεύθηκε στο διεθνές περιοδικό γεωεπιστημών «Basin Research», από μια επιστημονική ομάδα με επικεφαλής τον Jonas Preine από το γερμανικό Ινστιτούτο Γεωφυσικής του Κέντρου Έρευνας Συστημάτων Γης και Αειφορίας του Πανεπιστημίου του Αμβούργου (και ο καθηγητής C. Hübscher), σε συνεργασία με ερευνητές από το γερμανικό ερευνητικό κέντρο GEOMAR στο Κίελο (Δρες J. Karstens, G.J. Crutchley και F. Schmid), το γαλλικό Πανεπιστήμιο Clermont Auvergne (καθηγητής T. Druitt) και το Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών (αναπληρώτρια καθηγήτρια Παρασκευή Νομικού), μπόρεσε να εντοπίσει ίχνη μιας γιγαντιαίας κατολίσθησης που αποτέθηκε σε όλη τη Σαντορίνη. Οι ερευνητές ανίχνευσαν εξαιρετικά περίπλοκες μορφές απόθεσης, γεγονός που τους οδήγησε στο συμπέρασμα ότι μία αλληλουχία διαφορετικών κατολισθητικών γεγονότων πρέπει να συνέβη εκείνη την περίοδο.
Οι επιστήμονες εντόπισαν επίσης μία φάση πολύ ισχυρής τεκτονικής δραστηριότητας, τον λεγόμενο «τεκτονικό παλμό», κατά μήκος μιας ζώνης αδυναμίας του φλοιού που εκτείνεται από τη Σαντορίνη μέχρι την Αμοργό και λειτούργησε ως έναυσμα για τα επόμενα γεωλογικά φαινόμενα. Ως αποτέλεσμα, σημειώθηκαν καταρρεύσεις στη Σαντορίνη και στα νησιά Χριστιανά νοτιοδυτικά της Σαντορίνης, οι οποίες με τη σειρά τους οδήγησαν σε δευτερογενείς κατολισθήσεις ιζημάτων, που τελικά αποτέθηκαν μακριά στις γειτονικές ιζηματογενείς λεκάνες.
Ως αποτέλεσμα αυτών των γεγονότων, η ηφαιστειότητα γύρω από τη Σαντορίνη άλλαξε σημαντικά και πολλά ηφαίστεια σχηματίστηκαν κατά μήκος μιας γραμμικής ηφαιστειοτεκτονικής ζώνης νοτιοδυτικά προς βορειοανατολικά της Σαντορίνης, που περιλάμβανε το σχηματισμό του ηφαιστείου της Περιστέρας, οι λάβες του οποίου σώζονται ακόμη και είναι ευδιάκριτα στη ΒΑ πλευρά της Σαντορίνης.
Η νέα μελέτη καταδεικνύει μια σχέση μεταξύ τεκτονικών κινήσεων, κατολισθήσεων και ηφαιστειότητας και προτείνει μικρές ανατροφοδοτήσεις από αυτές τις διαδικασίες. Όπως δήλωσε στο Αθηναϊκό και Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων (ΑΠΕ-ΜΠΕ) η κυρία Νομικού, «τέτοιες διαδικασίες δεν έχουν μελετηθεί σχεδόν καθόλου μέχρι στιγμής, αλλά είναι πολύ σημαντικές για να βοηθήσουν στη βελτίωση των μελλοντικών αξιολογήσεων των γεωκινδύνων στην περιοχή αυτή του Αιγαίου. Θα μελετηθούν ωστόσο κατά τη διάρκεια των υποθαλάσσιων ερευνητικών γεωτρήσεων στα τέλη του 2022 από το ερευνητικό πλοίο RV JOIDES Resolution εντός της καλντέρας της Σαντορίνης και γύρω από το νησί από το Διεθνές Πρόγραμμα Γεώτρησης Ωκεανών (IODP)».