Άρθρο του Νίκου Μανιού στην Αυγή
Ενώ είμαστε 45 χρόνια από το 1974 και την πτώση της χούντας, αυτό φαίνεται τόσο κοντά, αλλά και τόσο μακριά. Παρά τα 45 χρόνια, δεν έχουν σταματήσει τις προσπάθειές τους διάφοροι κύκλοι που επιχειρούν να αναλύσουν χωρίς επιστημονικό και πολιτικό υπόβαθρο το τι ήταν η χούντα. Αυτοί φτάνουν σε ακραίες αντιεπιστημονικές κι ακροδεξιές αντιλήψεις ότι κάποιοι που είχαν ψυχικό τραύμα κάνανε «δήθεν» κάποιον αγώνα για να πέσει η χούντα. Αυτό υποστήριξε και η κ. Δόμνα Μιχαηλίδου, που πλέον «κοσμεί» το υπουργικό συμβούλιο.
Όσα είπε η Δ. Μιχαηλίδου είναι πολύ πιο σκληρά κι επικίνδυνα από τις άλλες προσπάθειες αλλοίωσης της Ιστορίας της Εθνικής Αντίστασης και του Εμφυλίου από ιστορικούς και μελετητές. Ήταν μια εντελώς ρατσιστική προσέγγιση. Αγνοεί αυτή η κυρία ότι όσοι αντιστάθηκαν στη χούντα είναι κληρονομικά επιβαρυμένοι «ψυχικά ασθενείς», καθώς πήραν το μέρος αυτών που αντιστάθηκαν στις γερμανικές κατοχικές δυνάμεις κι όχι το μέρος αυτών που τις υπηρέτησαν. Είναι ιστορικά συνδεδεμένοι με όλους τους αγώνες στο μετεμφυλιακό κράτος για δημοκρατία και κοινωνική δικαιοσύνη. Είναι επίσης ιστορικά συνδεδεμένοι με αυτούς που αντιστάθηκαν στη δικτατορία του Μεταξά. Είναι συναισθηματικά δεμένοι με τους αγώνες του 1821 για την απελευθέρωση του έθνους. Κι αυτοί κάποιοι «ψυχικά ασθενείς» ήταν, κατά την άποψή της;
Η ζωή είναι ένας διαρκής αγώνας, δεν υπάρχουν «διλήμματα» στην κοινωνική πάλη. Όπως υποστηρίζει η Δ. Μιχαηλίδου, αυτοί οι «γέροντες» που συνέβαλαν να πέσει η χούντα είναι άνθρωποι «εμμονικοί». Ναι, είναι εμμονικοί με τις ιδέες της αξιοπρέπειας του ανθρώπου και της δικαιοσύνης. Αυτό η κ. Μιχαηλίδου δεν θα το καταλάβει ποτέ.
Όσα είπε η Δ. Μιχαηλίδου σε εκείνη την εκδήλωση ήταν το «διαβατήριό» της για να μπει στην κυβέρνηση. Έδειχναν από τότε ποια πρέπει να είναι η ευρύτερη δυνατή συσπείρωση της Δεξιάς. Μάλιστα, στο υπουργείο που τοποθετήθηκε η κ. Μιχαηλίδου, η κυβέρνηση πήρε αμέσως απόφαση να αφαιρέσει το ΑΜΚΑ από τα προσφυγόπουλα αφήνοντάς τα στο έλεος της τύχης τους.
Η προσπάθεια αυτή δεν είναι τυχαία καθώς γίνεται από μέλος μιας κυβέρνησης που συμπεριλαμβάνει άτομα που ήταν υμνητές και θιασώτες της χούντας και στελέχωσαν τις οργανώσεις που έστησαν οι δικτάτορες κατά τη Μεταπολίτευση. Η Δεξιά κατάφερε να ενσωματώσει και πάλι ακροδεξιές και φασιστικές αντιλήψεις και δυνάμεις μέσα στο κόμμα της. Δεν είναι η πρώτη φορά που το κάνει. Θυμίζω ότι με την ΕΡΕ ήταν βουλευτής ο Μανιαδάκης, ο βασανιστής υπουργός της δικτατορίας του Μεταξά. Δεν είναι τυχαίες ποτέ οι ιστορικές συμπτώσεις. Καμαρώνουμε, δικαιολογημένα ως ένα σημείο, που η Χρυσή Αυγή δεν μπήκε στη Βουλή, όμως οι ψήφοι των οπαδών της έδωσαν την αυτοδυναμία στη Ν.Δ.
45 χρόνια μετά την πτώση της χούντας, έχουμε καθήκον να εμβαθύνουμε στα αίτια της επιβολής, αλλά και της αποκαθήλωσής της. Τότε δεν αντιστάθηκαν μόνο αριστεροί και κομμουνιστές, αυτό είναι αλήθεια. Πρέπει να δούμε ποιες ανάγκες γέννησαν αυτήν την αντιδικτατορική ενότητα και να μας παραδειγματίσουν για το σήμερα. Η Ιστορία δεν είναι μόνο για να γράφεται για τα βιβλία, είναι και για να διδάσκει. Γιατί αν δεν μαθαίνουμε, επιστρέφει ως τιμωρός.
Ο καθένας κρίνεται κάθε μέρα. Ο σύγχρονος άνθρωπος δεν είναι μόνο πολιτικό ον, είναι και κοινωνικό ον. Γι’ αυτό η στάση του στην κοινωνία τον καθορίζει. Υπάρχουν και πολλοί αριστεροί που παραμένουν αριστεροί, αγνοώντας όμως την πορεία της κοινωνίας και τις ανάγκες των ανθρώπων. Ακολουθούν τον δρόμο της «καλογερικής», της απομόνωσης από τα δρώμενα και τις ανάγκες της κοινωνίας. Όταν μάλιστα χρησιμοποιούν έναν λόγο ταύτισης του ΣΥΡΙΖΑ με τη Ν.Δ., προκαλούν, εκτός των άλλων, σύγχυση στους εργαζόμενους συμβάλλοντας στις λαθεμένες επιλογές τους.