Ζούμε ήδη τις συνέπειες της κλιματικής αλλαγής στην Ελλάδα και είμαστε μάρτυρες των αρνητικών συνεπειών της. Τα φαινόμενα γίνονται όλο και πιο ακραία. Η νέα έρευνα της διαΝΕΟσις αναλύει τις συνέπειες της κλιματικής αλλαγής στη χώρα μας και η Επικεφαλής Ερευνών της διαΝΕΟσις Δρ. Φαίη Μακαντάση μιλά για τις επιπτώσεις στον τουρισμό, την πρωτογενή παραγωγή και τη ζωή μας στις αμέσως επόμενες δεκαετίες.
Συνέντευξη στον Λάμπρο Δεμερτζή
Κυρία Μακαντάση, σύμφωνα με τα ευρήματα της έρευνας της διαΝΕΟσις
«Οι Συνέπειες Της Κλιματικής Αλλαγής Στην Ελλάδα» ποιές θα είναι οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στη χώρα μας και στη ζωή μας στις πόλεις τις αμέσως επόμενες δεκαετίες; Τι θα σημαίνει για τη χώρα μας η γρήγορη υπερθέρμανση του πλανήτη;
Σύμφωνα με όλες τις κλιματικές προσομοιώσεις που χρησιμοποιούν οι ερευνητές, το κλίμα της Ελλάδας θα γίνει σταδιακά θερμότερο και ξηρότερο, με ακραία καιρικά φαινόμενα που θα είναι εντονότερα, συχνότερα και με μεγαλύτερη διάρκεια. Η αύξηση την θερμοκρασίας μέχρι τα μέσα του αιώνα μπορεί να φθάσει και τους 3,4 βαθμούς Κελσίου στην ηπειρωτική Ελλάδα με βάση το απαισιόδοξο σενάριο, ενώ με βάση το αισιόδοξο θα αυξηθεί περίπου κατά 2 βαθμούς. Τι σημαίνει όμως μια αύξηση στη μέση θερμοκρασία κατά 1 βαθμό Κελσίου; Αύξηση της κατανάλωσης ενέργειας για ψύξη κατά 4,1%, της θνησιμότητας από πνευμονολογικά και καρδιολογικά νοσήματα κατά 8-12% και της συγκέντρωσης όζοντος στην ατμόσφαιρα κατά 8%. Παρότι οι επιπτώσεις από την αύξηση της θερμοκρασίας είναι ως επί τω πλείστον αρνητικές δεν είναι ομοιόμορφες στην επικράτεια.
Υπάρχουν εκτιμήσεις, σύμφωνα με τα ευρήματα της έρευνας, για αύξηση της μέσης θερμοκρασίας στη χώρα στο κοντινό μέλλον και για επιμήκυνση των περιόδων καύσωνα; Τα ακραία καιρικά φαινόμενα στη χώρα θα είναι εντονότερα;
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις μέχρι το 2050 οι ημέρες με καύσωνα στην Ελλάδα θα αυξηθούν κατά 15-20 ημέρες ετησίως. Για παράδειγμα, η μέση θερμοκρασία στο ευρύτερο πολεοδομικό συγκρότημα της Αθήνας ήταν για την 30ετία 1971-2000 15,6 °C αλλά εκτιμάται ότι μπορεί να φθάσει και τους 18 °C εάν ισχύσει το απαισιόδοξο σενάριο. Με βάση τα παραπάνω μπορούμε να αναλογιστούμε τις επιπτώσεις που θα έχει κάτι τέτοιο στο βιοτικό επίπεδο των κατοίκων. Επιπλέον, η βροχόπτωση θα μειωθεί από 10% έως 30%, οι ημέρες υψηλού κινδύνου πυρκαγιάς θα αυξηθούν από 15% έως και 70%, ενώ τα ακραία καιρικά φαινόμενα θα είναι πολύ πιο συχνά.
Ποιες θα είναι οι συνέπειες στον τουρισμό;
Οι επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής στον τουρισμό παρουσιάζουν μια σύνθετη εικόνα και έχουν διαφοροποιήσεις ανάλογα με τον τουριστικό προορισμό. Ένα γενικό συμπέρασμα συνίσταται στην επιμήκυνση της τουριστικής περιόδου, αλλά και στην επιβάρυνση της ποιότητας του παρεχόμενου τουριστικού προϊόντος εξαιτίας της αύξησης των καυσωνικών επεισοδίων, ιδιαίτερα στην Κρήτη και τη Θεσσαλία. Τα δε νησιά του κεντρικού Αιγαίου Πελάγους θα έχουν πολύ περισσότερες θερμές ημέρες κάθε καλοκαίρι. Κατά συνέπεια και τα έξοδα των τουριστικών επιχειρήσεων για ψύξη θα αυξηθούν.
Ακόμη, η αναμενόμενη άνοδος της στάθμης της θάλασσας θα απειλήσει τόσο βασικά τουριστικά θέλγητρα όπως οι αμμουδιές όσο και τις υποδομές. Μπορούμε εύκολα να αναλογιστούμε τις συνέπειες εάν σκεφθούμε ότι το 1/3 των Ελλήνων ζουν σε απόσταση μέχρι 2χλμ από την ακτή και ότι το 90% των τουριστικών υποδομών της χώρας είναι παράκτιες. Ωστόσο ενδέχεται και να δημιουργήσει, αν και σε περιορισμένο βαθμό, στοιχεία έλξης π.χ. στο δέλτα ποταμών ή σε λιμνοθάλασσες. Επιπλέον, η κλιματική αλλαγή μπορεί να διαταράξει και τη βιοποικιλότητα των οικοσυστημάτων και μεταξύ άλλων να επηρεάσει κάποιες ειδικές μορφές τουρισμού, όπως ο οικοτουρισμός. Τέλος, μιας και μιλάμε για ειδικές μορφές τουρισμού η μεταβολή της θερμοκρασίας μπορεί να οδηγήσει στην περαιτέρω μείωση της -ήδη σύντομης- χιονοδρομικής περιόδου, καθιστώντας μη βιώσιμη τη λειτουργία των χιονοδρομικών κέντρων.
Ποια τα μέτρα προσαρμογής του τουρισμού στην κλιματική αλλαγή;
Τα μέτρα προσαρμογής του τουρισμού στην κλιματική αλλαγή διακρίνονται, αφενός ανάλογα με τον χρονικό τους ορίζοντα σε βραχυπρόθεσμα, μεσοπρόθεσμα και μακροπρόθεσμα, και αφετέρου με την τουριστική περιοχή εάν είναι αναπτυγμένη ή αναπτυσσόμενη. Σε μία γενική θεώρηση οι λύσεις που προτείνονται περιλαμβάνουν 14 επιχειρησιακά σχέδια, από το χωροταξικό, που θα πρέπει να αναπροσαρμοστεί με βάση τις κλιματικές πιέσεις που θα δεχθούν οι τουριστικές περιοχές τις επόμενες δεκαετίες, ως τις ενεργειακές υποδομές και την ενίσχυση της ανθεκτικότητας υποδομών σε ακραία καιρικά φαινόμενα, τα αντιπλημμυρικά έργα και τα σχέδια προσαρμογής πολιτιστικών πόρων τουριστικού ενδιαφέροντος.
Ποιες θα είναι οι συνέπειες της κλιματικής αλλαγής στην πρωτογενή παραγωγή;
Οι κίνδυνοι για τον πρωτογενή τομέα που σχετίζονται με την κλιματική αλλαγή (αύξηση μέσης θερμοκρασίας του αέρα, μείωση βροχοπτώσεων, μείωση εδαφικής υγρασίας), οφείλονται σε μεταβολές που αφορούν στους υδάτινους πόρους και τις απαιτήσεις άρδευσης, στην παραγωγικότητα και κατανομή των καλλιεργειών, στη γονιμότητα του εδάφους και τη διάβρωση καθώς και τα γεωργικά παράσιτα και τις ασθένειες. Στην Ελλάδα εκτιμάται ότι οι συνέπειες στον αγροτικό τομέα θα διαφοροποιούνται ανάλογα με την καλλιέργεια. Για παράδειγμα η παραγωγή βαμβακιού φαίνεται να επωφελείται από την αύξηση της θερμοκρασίας, σε αντίθεση με τις αμπελοκαλλιέργειες όπου ιδιαίτερα στα πεδινά φαίνεται να μειώνεται η παραγωγή τους και να αλλάζει η ποιότητα και γεύση του κρασιού. Άρα είναι σημαντικό οι παραγωγοί να προσαρμόσουν τις καλλιέργειες τους βάσει των αναμενόμενων αλλαγών.
Ποια τα μέτρα προσαρμογής του πρωτογενούς τομέα στις επιπτώσεις από την κλιματική αλλαγή;
Τα μέτρα προσαρμογής που προτείνονται για τις κύριες γεωργικές περιοχές της Ελλάδας διαφοροποιούνται ανά περιοχή και εξαρτώνται από τις κατηγορίες καλλιεργειών. Ωστόσο η αποτελεσματικότερη χρήση των υδάτινων πόρων και αποθεμάτων μέσω και των εργαλείων που προσφέρει η έξυπνη γεωργία είναι καίριας σημασίας και προτεραιότητας ιδιαίτερα εάν αναλογιστούμε ότι το 80-85% της κατανάλωσης νερού στην Ελλάδα γίνεται από τον πρωτογενή τομέα.
Η Κλιματική Αλλαγή και Οι Πόλεις. Ποιά είναι τα ευρήματα της έρευνας για τη ζωή στις πόλεις;
Οι πόλεις στην Ελλάδα θα είναι πιο ζεστές και ευάλωτες. Η μέση θερμοκρασία των πόλεων θα αυξηθεί παντού, με την μεγαλύτερη αύξηση να παρατηρείται στην Πάτρα, την Καλαμάτα και την Αθήνα. Στην τελευταία δε θα ξεπεράσει τους 2 ℃ όποιο από τα κλιματικά σενάρια κι αν επαληθευτεί. Επίσης, οι ημέρες στις οποίες η μέγιστη θερμοκρασία υπερβαίνει τους 37 ℃ -μια ακραία κλιματική συνθήκη- θα αυξηθούν πολύ, ιδίως στην Αθήνα, τη Θεσσαλονίκη και τη Λάρισα. Οι «τροπικές νύχτες», δηλαδή οι νύχτες κατά τις οποίες η θερμοκρασία δεν πέφτει κάτω από τους 20 ℃ και κατά συνέπεια τα κτίρια δεν προλαβαίνουν να κρυώσουν θα αυξηθούν πολύ. Να σημειωθεί ότι αυτός ο δείκτης συνδέεται με τα ποσοστά θνησιμότητας και καρδιαγγειακών παθήσεων. Τέλος, σε πόλεις της Δυτικής Ελλάδας, όπως η Πάτρα και τα Ιωάννινα θα υπάρξει μεγάλη αύξηση στις ημέρες υψηλής βροχόπτωσης, που αυξάνουν τον κίνδυνο πλημμυρικών φαινομένων.
Ποια είναι τα μέτρα προσαρμογής των ελληνικών πόλεων στις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής;
Τα σχέδια προσαρμογής στην κλιματική αλλαγή θα πρέπει να διαφοροποιούνται ανάλογα με την αστική κλιματική ζώνη, δηλαδή τον αριθμό κατοίκων στην περιοχή, τα μορφολογικά χαρακτηριστικά κτηρίων, την ύπαρξη πρασίνου κ.α. Ουσιαστικά θα πρέπει να αποφεύγεται η εφαρμογή του ιδίου σχεδίου αδιακρίτως σε όλες τις περιοχές, καθώς κάτι τέτοιο θα περιόριζε την αποτελεσματικότητα του. Έτσι, μεταξύ άλλων, προτείνεται ο ανασχεδιασμός του Προγράμματος Εξοικονομώ–Καινοτομώ και η αναθεώρηση του Κανονισμού Ενεργειακής Απόδοσης Κτηρίων (ΚΕΝΑΚ) ώστε να λαμβάνεται υπόψη και το κριτήριο της θερμικής έκθεσης. Αντιλαμβανόμαστε ότι είναι άλλες οι ενεργειακές ανάγκες μιας κατοικίας στην Κηφισιά και άλλες στο κέντρο της Αθήνας. Επιπλέον, το πρασίνισμα ταρατσών σε δημόσια και ιδιωτικά κτήρια μπορεί να συμβάλλει στη μείωση της θερμοκρασίας του αέρα καθώς και σε αυτή των επιφανειών των κτηρίων. Δροσιστική είναι και η επίδραση που προκαλεί ο αστικός βελονισμός, δηλαδή τα μικρά και μεσαίου μεγέθους πάρκα στις πόλεις. Και άλλες καινοτόμες ιδέες που μας έρχονται από το εξωτερικό όπως αυτή της γειτονιάς των 15 λεπτών που δρομολογείται στο Παρίσι. Πρόκειται για τη γειτονιά που σε απόσταση 15 λεπτών ο πολίτης μπορεί να καλύψει τις βιοτικές και κοινωνικές του ανάγκες και έτσι να ελαχιστοποιήσει τις μετακινήσεις του που προκαλούν εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου.
Ποια είναι η κατάσταση σήμερα στους τομείς της ενέργειας και των μεταφορών και πόσο συνεισφέρει η καθεμία και ο καθένας από εμάς στο πρόβλημα;
Η χώρα εκπέμπει το 0,18% των παγκόσμιων εκπομπών αερίων του θερμοκηπίου, λίγο παραπάνω από τον πληθυσμό της που είναι το 0,13% του παγκόσμιου πληθυσμού. Ο τομέας της ενέργειας εκλύει το 40% των αερίων του θερμοκηπίου και ακολουθούν οι τομείς μεταφορών και βιομηχανίας. Το 2019 οι Έλληνες απελευθέρωσαν 20% λιγότερα αέρια του θερμοκηπίου από ό,τι το 1990-καλύπτοντας εύκολα τον ευρωπαϊκό στόχο, εξαιτίας της οικονομικής κρίσης και της αύξησης των ΑΠΕ στο ενεργειακό μείγμα της χώρας. Όμως ο ευρωπαϊκός στόχος του 2030 για άνω του 40% μείωση των εκπομπών (σε σύγκριση με το 1990), όπως ενσωματώνεται στο Εθνικό Σχέδιο για την Ενέργεια και το Κλίμα (ΕΣΕΚ) και η μεγαλύτερη διείσδυση των ΑΠΕ (άνω των 32%) είναι ιδιαίτερα απαιτητικοί. Στην ερώτησή σας πόσο συνεισφέρει ο καθένας και η καθεμία μας, να αναφέρω ότι ο μέσος Έλληνας και η μέση Ελληνίδα εκπέμπουν 7 τόνους διοξείδιο του άνθρακα τον χρόνο. Όμως στην πραγματικότητα λίγα είναι αυτά που μπορεί να κάνει μεμονωμένα ο καθένας και η καθεμία από εμάς στον μετριασμό των επιπτώσεων της κλιματικής αλλαγής ακόμα και εάν καταναλώνουμε λιγότερη ηλεκτρική ενέργεια και καύσιμα για τις μεταφορές μας και μειώσουμε την κατανάλωση κρέατος. Τουναντίον για την άμβλυνση των επιπτώσεων τις κλιματικής αλλαγής απαιτούνται συντονισμένες ενέργειες σε διακυβερνητικό επίπεδο.