Οι Έλληνες πληρώνουν από την τσέπη τους την υγεία
Κοινές στρατηγικές για την υγεία, αλλά και όργανα που θα αξιολογούν τη σύγκλιση αυτή, προτείνει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, με το θέμα να μπαίνει σε προτεραιότητα στις επερχόμενες ευρωεκλογές του 2024.
Στην ατζέντα περιλαμβάνονται η αξιοποίηση των μεγαδεδομένων (big data) που συλλέγονται από τους φορείς περίθαλψης, με στόχο την καταπολέμηση των κοινωνικό-οικονομικών ανισοτήτων και των ανισοτήτων στην υγεία.
Για την προσπάθεια σύγκλισης στον ευρωπαϊκό νότο, μίλησε στο in.gr o καθηγητής Οικονομικών της Υγείας και ακαδημαϊκός συντονιστής του MBA Διοίκησης Υπηρεσιών Υγείας του ΕΚΠΑ Γιάννης Υφαντόπουλος, τονίζοντας ότι ανέκαθεν το σύστημα υγείας της χώρας μας εμφάνιζε μειωμένη χρηματοδότηση, όμως τώρα, η υποχρηματοδότηση είναι η μεγαλύτερη μεταξύ των λοιπών 26 ευρωπαϊκών κρατών – μελών.
Πώς ξεκίνησε
Όπως εξήγησε ο καθηγητής, στη Συνθήκη της Ρώμης του 1957, οι θεμελιωτές της Ευρωπαϊκής ιδέας είχαν δώσει έμφαση στη δημιουργία μιας Ενιαίας Ευρωπαϊκής Εσωτερικής Αγοράς που θα διασφάλιζε την ελεύθερη διακίνηση κεφαλαίων και ανθρώπινου δυναμικού.
Υπό αυτή την έννοια τα θέματα της υγείας αποτελούσαν μια πολιτική ενταγμένη στα Υπουργεία των Κοινωνικών Ασφαλίσεων.
Τη δεκαετία του 1980, η υγεία αναγνωρίσθηκε ως αυτόνομος κλάδος κοινωνικής πολιτικής.
Αυτό οδήγησε στο διαχωρισμό της κοινωνικής ασφάλισης από την υγεία και στη δημιουργία των Υπουργείων Υγείας ως αυτόνομοι φορείς σχεδιασμού και χάραξης της πολιτικής υγείας στις χώρες -μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η περίοδος αυτή χαρακτηρίσθηκε από την υλοποίηση ρηξικέλευθων μεταρρυθμίσεων με την υιοθέτηση «Εθνικών Συστημάτων Υγείας» που απέβλεπαν στην πλήρη υγειονομική κάλυψη του πληθυσμού και στην ισότιμη πρόσβαση στις υπηρεσίες υγείας ανεξάρτητα από οικονομική, κοινωνική, ή επαγγελματική τάξη.
Η ισότητα και η κοινωνική δικαιοσύνη αποτέλεσαν τους βασικούς στόχους των μεταρρυθμίσεων στην Ελλάδα, με την θέσπιση του νόμου 1397 το 1983 και την δημιουργία του ΕΣΥ.
Ωστόσο, αξίζει να αποτιμήσουμε, κατά πόσο επιτεύχθηκαν οι φιλόδοξοι στόχοι της περιφερειακής αποκέντρωσης και της «γενναίας» δημόσιας χρηματοδότησης του ΕΣΥ, μετα από 40 χρόνια ζωής του «Εθνικού Συστήματος Υγείας» στη χώρα μας
Περιφερειακή αποκέντρωση
Στις χώρες της Νότιας Ευρώπης, ήδη από την δεκαετία του 1980, μια από τις κύριες μεταρρυθμίσεις ήταν η διοικητική και περιφερειακή αποκέντρωση των υπηρεσιών υγείας.
Στην Ισπανία δημιουργήθηκαν 17 και στην Ιταλία 21 αυτόνομες, αυτοδιοικούμενες και αυτοδιαχειριζόμενες υγειονομικές περιφέρειες που λειτουργούν μέχρι σήμερα με συνεχή αξιολόγηση και αποτελεσματικότητα των προσφερόμενων υπηρεσιών υγείας.
Στην Ελλάδα, η περιφερειακή αποκέντρωση έγινε μετα από 20 χρόνια με τον Νόμο 2889 του 2001, που οδήγησε στην δημιουργία 17 Περιφερειακών Συμβουλίων Υγείας (ΠΕΣΥ).
Παρά τις φιλοδοξίες του νομοθέτη, και τα οράματα του τότε Υπουργού Υγείας Αλέκου Παπαδόπουλου, το σύστημα παρέμεινε μέχρι σήμερα συγκεντρωτικό κάτω από το επιτελικό κράτος του Υπουργείου Υγείας με περιορισμένες δυνατότητες οικονομικής αυτοδιαχείρισης και διοικητικής αυτονομίας.
Επιπλέον, χαρακτηρίσθηκε από σημαντική υποστελέχωση στο ιατρικό δυναμικό των κέντρων υγείας με σημαντική μείωση από 2438 ιατρούς των Κ.Υ. το 2010 στους 1797 το 2018 (μείωση κατά 26%).
40 χρόνια υποχρηματοδότηση
Σύμφωνα με τα στοιχεία του ΟΟΣΑ, την περίοδο 1960-1984 παρατηρήθηκε μια εντυπωσιακή αύξηση στην υγειονομική κάλυψή του πληθυσμού.
Στην Ελλάδα η κάλυψη αυξήθηκε από 30% το 1960 στο 98% το 1984.
Στην Πορτογαλία και την Ιταλία η υγειονομική κάλυψη αυξήθηκε από 18% και 87% αντίστοιχα το 1960, στο 100% το 1984. Η επέκταση στην υγειονομική κάλυψη του πληθυσμού, συνοδεύθηκε από την απαραίτητη αύξηση των δαπανών υγείας.
Στην Ελλάδα αυξήθηκαν οι δαπάνες υγείας σε ποσοστό του ΑΕΠ από 2,9% το 1960 στο 4,6% το 1984 (αύξηση κατά 1,7%).
Οι άλλες χώρες της Νότιας Ευρώπης που υιοθέτησαν παρόμοιες μεταρρυθμίσεις με την Ελλάδα, διέθεσαν υπερδιπλάσια ποσά για την υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων. Η Ιταλία αύξησε το ποσοστό του ΑΕΠ που διατίθετο για την υγεία από 3,9% το 1960 στο 7,2% το 1984 (αύξηση κατά 3,3%). Παρόμοιες ήταν οι αυξήσεις για την Πορτογαλία και την Ισπανία διαθέτοντας το 1984 το 5,5% και 5,8% του ΑΕΠ αντίστοιχα.
Από την ανάλυση αυτή προκύπτει το κενό χρηματοδότησης των δαπανών υγείας στη χώρα μας κατά 1,5% του ΑΕΠ, σε σύγκριση με τις άλλες χώρες της Νότιας Ευρώπης.
Εξετάζοντας περαιτέρω την διαχρονική ανάλυση των δαπανών υγείας στη χώρα μας, παρατηρούμε ότι μετα από 40 χρόνια λειτουργίας του ΕΣΥ η Ελλάδα εξακολουθεί να υποχρηματοδοτεί το ΕΣΥ σε σχέση με τις άλλες χώρες της Νότιας Ευρώπης.
Μετά από μια δεκαετή οικονομική κρίση, από τρία μνημόνια «προσαρμογής» και μια πανδημία του COVID-19, η Ελλάδα εξακολουθεί να αποκλίνει από τον μέσο όρο της Νότιας Ευρώπης κατά δυο ποσοστιαίες μονάδες στο σύνολο των δαπανών υγείας σε ποσοστό του ΑΕΠ και κατά τρείς μονάδες για τις δημόσιες δαπάνες.
Στις αρχές της δεκαετίας του 2020, η Ελλάδα αποτελεί την μοναδική χώρα των ΕΕ-27 με την μεγαλύτερη δημόσια υποχρηματοδότηση του συστήματος υγείας.
Ενδεικτικά αναφέρεται ότι την τελευταία δεκαετία οι δημόσιες δαπάνες υγείας μειώθηκαν στη χώρα μας κατά -32%. (Από 15,3 δις. ευρώ το 2009 στα 10,4 δις. ευρώ το 2021). Το οικονομικό βάρος της χρηματοδότησης του συστήματος υγείας στην Ελλάδα μετατέθηκε από τον δημόσιο τομέα στα νοικοκυριά.
Η αύξηση της ιδιωτικής δαπάνης είχε σαν συνέπεια την δημιουργία καταστροφικών δαπανών και την φτωχοποίηση των νοικοκυριών.
Ο μέσος Έλληνας διαθέτει σήμερα από την τσέπη του, ένα υψηλό ποσοστό ιδιωτικών δαπανών για την υγεία που ανέρχεται στο 38% ενώ ο μέσος Ευρωπαίος διαθέτει το 15%. Η αυξημένη ιδιωτική χρηματοδότηση των δαπανών υγείας συμβάλει στην διεύρυνση των κοινωνικο-οικονομικών ανισοτήτων στην υγεία, με αποτέλεσμα η Ελλάδα να παρουσιάζεται ως η μοναδική χώρα στην Ευρωπαϊκή Ένωση με το μεγαλύτερο χάσμα στις ανικανοποίητες ανάγκες για υγειονομική περίθαλψη μεταξύ των φτωχών και των πλουσίων νοικοκυριών.
Νέες Ευρωπαϊκές πολιτικές
Η Επιτροπή των Ευρωπαϊκών Κοινοτήτων επισημαίνει ότι τα Κράτη Μέλη,μέσα στις προοπτικές των Ευρωπαϊκών εκλογών του 2024, θα πρέπει να αναζητήσουν κοινές στρατηγικές μεταρρυθμίσεις στην Υγεία. Έμφαση θα πρέπει να δοθεί στην ανταλλαγή απόψεων για επιτυχημένες μεταρρυθμίσεις, στην εναρμόνιση και στο συντονισμό των Ευρωπαϊκών Πολιτικών. Η Επιτροπή έχει προτείνει διάφορα εκτελεστικά όργανα που θα αξιολογούν την σύγκλιση ή απόκλιση των Χωρών – Μελών προς τους κοινούς στόχους του Ευρωπαϊκού Υγειονομικού Μοντέλου.
Η περίοδος της 4ης βιομηχανικής επανάστασης στην Ευρώπη, συνδυάζεται με τις προκλήσεις που δημιουργούνται από την νέα ψηφιακή εποχή. Η αξιοποίηση των μεγάλων βάσεων δεδομένων (BigData) στην Ευρώπη, θα συμβάλει στη συνεχή αξιολόγηση (Monitoring) της σύγκλισης ή απόκλισης των συστημάτων υγείας και θα οδηγήσει στον εκσυγχρονισμό, στην άριστη αξιοποίηση των πόρων υγείας και στην καταπολέμηση της φτώχειας και των κοινωνικό-οικονομικών ανισοτήτων.
in.gr