Αγγειακά Εγκεφαλικά Επεισόδια: Απλές απαντήσεις σε 5 σημαντικά ερωτήματα
Από ποια συμπτώματα μπορεί κανείς να υποψιαστεί ή και να αναγνωρίσει ένα αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο;
Η αιφνίδια διαταραχή της ομιλίας και της άρθρωσης αποτελούν δύο τυπικά συμπτώματα αγγειακού εγκεφαλικού επεισοδίου. Το στράβωμα του στόματος και του προσώπου επίσης υποδηλώνουν μια σοβαρή εγκεφαλική βλάβη. Αιφνίδια μυϊκή αδυναμία στο χέρι ή το πόδι με δυσκολία στη στάση και τη βάδιση, μούδιασμα ή απώλεια της αισθητικότητας στο μισό του σώματος, ξαφνική ζάλη, ναυτία και αστάθεια, διαταραχή της όρασης και σε ορισμένες περιπτώσεις αιφνίδιος και εξαιρετικά έντονος πονοκέφαλος είναι επιπλέον συμπτώματα που μπορεί να σηματοδοτούν την εγκατάσταση ισχαιμικού ή αιμορραγικού αγγειακού εγκεφαλικού επεισοδίου.
Ποιο είναι το πρώτο βήμα που κάνουμε αν υποψιαστούμε αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο;
Η μόνη σωστή αντίδραση είναι η άμεση και χωρίς καμιά καθυστέρηση μεταφορά του ασθενούς στο πλησιέστερο κατάλληλα στελεχωμένο και εξοπλισμένο νοσοκομείο που εξασφαλίζει ταχεία διαγνωστική διερεύνηση και θεραπευτική παρέμβαση.
Δεν δίνουμε τυφλά κανένα φάρμακο και δεν χάνουμε χρόνο περιμένοντας να δούμε την εξέλιξη των συμπτωμάτων ελπίζοντας σε βελτίωση. Δεν περιμένουμε την επίσκεψη ιατρού στο χώρο του ασθενούς. Καλούμε το ΕΚΑΒ και εάν τυχόν υπάρξει καθυστέρηση μεταφέρουμε τον ασθενή στο νοσοκομείο προκειμένου να μη χαθεί πολύτιμος χρόνος.
Κάθε αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο θα πρέπει να αντιμετωπίζεται ως εξαιρετικά επείγον περιστατικό, όπως συμβαίνει για παράδειγμα στις περιπτώσεις εμφράγματος του μυοκαρδίου.
Υπάρχει αποτελεσματική θεραπεία για τα αγγειακά εγκεφαλικά επεισόδια;
Η θρομβόλυση με την ενδοφλέβια χορήγηση Αλτεπλάσης αποτελεί εδώ και δύο δεκαετίες την πλέον διαδεδομένη θεραπεία οξέων ισχαιμικών ΑΕΕ. Υπολογίζεται πως περισσότερο από το 30% των ασθενών μπορούν να αντιμετωπιστούν έτσι με καλές προοπτικές αποκατάστασης. Οι θεραπευτικές δυνατότητες έχουν σαφώς βελτιωθεί με την καθιέρωση της μηχανικής θρομβεκτομής σε ασθενείς με αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο λόγω οξείας απόφραξης μεγάλων εγκεφαλικών αρτηριών. Η μέθοδος παρουσιάζει εξαιρετική αποτελεσματικότητα και αφορά άνω του 10% του συνόλου των ασθενών. Μάλιστα ο συνδυασμός ενδοφλέβιας θρομβόλυσης με επακόλουθη θρομβεκτομή φαίνεται να έχει ακόμη καλύτερα αποτελέσματα.
Οι ασθενείς με οξύ αγγειακό εγκεφαλικό επεισόδιο θα πρέπει να νοσηλεύονται τουλάχιστον για λίγες ημέρες κάτω από συνθήκες αυξημένης φροντίδας σε κατάλληλα επανδρωμένες Μονάδες. Με τον τρόπο αυτό αποφεύγονται ή αντιμετωπίζονται άμεσα επιπλοκές βελτιώνοντας την κλινική έκβαση των ασθενών και συντομεύοντας τη συνολική διάρκεια της παραμονής τους στο νοσοκομείο.
Ποιος παράγοντας επηρεάζει την αποτελεσματικότητα της θεραπείας;
Ο καθοριστικός παράγοντας για την έκβαση κάθε περίπτωσης αγγειακού εγκεφαλικού επεισοδίου είναι ο χρόνος που μεσολαβεί από την εγκατάσταση των συμπτωμάτων μέχρι την έναρξη της ενδεδειγμένης θεραπευτικής παρέμβασης. Για την ενδοφλέβια θρομβόλυση το ασφαλές χρονικό παράθυρο φτάνει τις 4.5 ώρες. Ένδειξη για μηχανική θρομβεκτομή υφίσταται εντός 6 ωρών από την εγκατάσταση ΑΕΕ λόγω απόφραξης μεγάλης εγκεφαλικής αρτηρίας. Υπό αυστηρές προϋποθέσεις και σε ένα μικρό αριθμό ασθενών μπορεί να επιχειρηθεί μηχανική θρομβεκτομή μέχρι και 24 ώρες μετά την εκδήλωση των συμπτωμάτων. Γενικά όμως ισχύει ο κανόνας «όσο νωρίτερα, τόσο καλύτερα».
Μπορούμε να προλάβουμε την εκδήλωση αγγειακού εγκεφαλικού επεισοδίου;
Όσο σημαντική είναι η ορθή και έγκαιρη αναγνώριση των συμπτωμάτων ενός ΑΕΕ και η ταχύτερη δυνατή θεραπευτική παρέμβαση, άλλο τόσο και ίσως πιο σημαντική είναι η πρόληψη!
Η παρακολούθηση και ρύθμιση της αρτηριακής πίεσης, ο έλεγχος των τιμών σακχάρου και της χοληστερίνης, η διακοπή του καπνίσματος, η συστηματική σωματική άσκηση και η ελάττωση του σωματικού βάρους αποτελούν τα σπουδαιότερα βήματα στην κατεύθυνση αυτή. Η ανίχνευση τυχόν κολπικής μαρμαρυγής σε ηλικιωμένους και η κατάλληλη αντιπηκτική αγωγή μπορούν επίσης να προλάβουν σοβαρά αγγειακά εγκεφαλικά επεισόδια. Η υπνική άπνοια αποτελεί έναν επιπλέον επιβαρυντικό παράγοντα κινδύνου που θα πρέπει να ελεγχθεί.
Σε κάθε περίπτωση η τακτική ιατρική παρακολούθηση και η συνεπής λήψη της ενδεδειγμένης φαρμακευτικής αγωγής είναι απόλυτα αναγκαίες. Η σωστή επικοινωνία και συνεργασία μεταξύ ασθενούς και ιατρού αποτελούν την εγγύηση για την καλύτερη δυνατή πρόληψη.
*Άρθρο του Κωνσταντίνου Σπέγγου, Νευρολόγου, Υπεύθυνου Τμήματος Πολλαπλής Σκλήρυνσης και Απομυελινωτικών Νοσημάτων ΥΓΕΙΑ