Αμοργός- Τηλεργασία στην άκρη των Κυκλάδων
“Πολύ τσιτωμένη σάς βρίσκω”, μου λέει, με κάθε καλή διάθεση, ο παρατηρητικός υπάλληλος σ’ ένα μαγαζάκι του λιμανιού των Καταπόλων, καθώς εξέταζα ήσυχα κι έκανα καίριες ερωτήσεις σχετικά με τη φημισμένη ρακή της Αμοργού που στόλιζε τα ράφια. Κι εγώ που νόμιζα ότι το μυαλό μου είχε “σαλπάρει” προ πολλού απ’ το χωροχρόνο του στρες και έπλεε ήδη σε ρυθμούς νησιωτικούς… Το πλοίο της γραμμής είχε ακολουθήσει ως εδώ μια μίνι κρουαζιέρα ονείρου – με καφέ καραβίσιο και όλη τη χάρη του πλωτού γίγαντα, βέβαια, αλλά με καλοκαιρινές εικόνες να τις πιεις στο ποτήρι: Νάξος και Μικρές Κυκλάδες (Ηρακλειά, Σχοινούσα, Πάνω Κουφονήσι) να πλημμυρίζουν τις αισθήσεις με λαχταριστές αποχρώσεις του θαλασσί. Μέχρι να “ρίξω άγκυρα” στα Κατάπολα για μια εβδομάδα γραψίματος εξ αποστάσεως, η τηλεργασία ήταν κυριολεκτικά και μεταφορικά ένα κόνσεπτ πολύ μακρινό.
Αυτή η καλοπροαίρετη παρατήρηση, λοιπόν, που δόθηκε συμβολικά δίπλα σε λίτρα ντόπιας ρακής, ήταν μια αλάνθαστα αμοργιανή κλήση αφύπνισης για τα εργασιακά άγχη που χώνονται ύπουλα στη βαλίτσα, ακόμα κι όταν νομίζεις ότι τα έχεις αφήσει ημέρες και ναυτικά μίλια μακριά. Επεσήμανε, συνάμα, τον άγραφο μάλλον νόμο του νησιού: όταν βρίσκεσαι στην Αμοργό, κάνε ό,τι κάνουν οι ντόπιοι – ακόμα κι αν ταξιδεύεις αγκαλιά με το λάπτοπ. Πάρ’ το χαλαρά. Παραδώσου στο απέραντο γαλάζιο. Πιες μια ψημένη ρακή.
Στο σταυροδρόμι δουλειάς και ραστώνης
Νησιά όπως η γειτονική Νάξος και η Σύρος (που υποδέχτηκε πρόσφατα τον πρώτο της co-working χώρο) φιγουράρουν στην πλατφόρμα workfromgreece.gr. Η Αμοργός, πάλι, ενδείκνυται για πιο “κάν’ το μόνος σου” καταστάσεις. Από το στρατηγικά τοποθετημένο δωμάτιο με δωρεάν WiFi μέχρι τα γραφικά παραθαλάσσια καφέ, βρήκα φιλόξενες γωνιές για να στήσω “γραφειάκι” με θέα, στην πιο ήσυχη πλευρά της καλοκαιρινής σεζόν. Λίγες ημέρες ντεμί-διακοπών εναλλακτικών ρυθμών, που σε προσκαλούν ν’ αφήσεις το ψηφιακό σερφάρισμα για ν’ ανακαλύψεις έναν ονειρεμένο βυθό και πανοραμικές διαδρομές αρωματισμένες από μυριάδες βότανα, παρέα μόνο με το σάουντρακ της φύσης.
Ως νομαδική βάση, το φιλόξενο λιμάνι των Καταπόλων είναι όμορφο και κοινωνικό όσο πρέπει, χωρίς να σε αποσυντονίζει. Στο χαμηλών τόνων Ξυλοκερατίδι –έναν απ’ τους τρεις οικισμούς του λιμανιού– η “Fata Morgana” (2285071518) σε προσκαλεί κάτω απ’ τη σκιερή της πέργκολα για πρωινή εργασία δίπλα στο κύμα και δημιουργικά πιάτα (βλέπε pancakes με ξινομυζήθρα και ταχίνι). Το “Le Grand Bleu” (2285071585) έχει προνομιακή θέση στο βάθος του μακρόστενου φυσικού λιμανιού για να ταξιδεύει το βλέμμα –θολωμένο, έπειτα από ώρες στην οθόνη– ανεμπόδιστο στον ορίζοντα. Στα γραφικά σοκάκια του κέντρου, ο αρωματικός κήπος του Βοτανικού Πάρκου Αμοργού φιλοξενεί, παράλληλα, πολιτιστικές εκδηλώσεις και ζωντανές μουσικές, ενώ δύο βιβλιοπωλεία, το “Αμοργός” και το “Υπέρυθρο”, μένουν ανοιχτά ολημερίς για έμπνευση και προμήθειες.
Πλήρης αποσύνδεση στην παραλία
Το ταπεινό εκκλησάκι της Αγίας Άννας, ένα πάλλευκο διαμαντάκι στην ομώνυμη μικροσκοπική παραλία που φέρνει σινεφίλ αύρα σε μια ανεμοδαρμένη γωνιά του νησιού, λίγα μόλις λεπτά απ’ τη Χώρα, αγναντεύει το πέλαγος με φόντο τα θεαματικά, απόκρημνα βράχια. Πάνε πάνω από τρεις δεκαετίες από τότε που το έκανε διάσημο διεθνώς το “Απέραντο Γαλάζιο” του Λικ Μπεσόν (1988). Η κινηματογραφική μαγεία της Αμοργού, όμως, δεν ξεδιπλώνεται στις λίγες σπιθαμές χαλίκι, αλλά στο βυθό, απ’ τις πρώτες κιόλας απλωτές – κάθε δυνατή απόχρωση της θαλάσσιας παλέτας βρίσκεται εδώ σε μικρογραφία.
Άγριο και δραματικό είναι το βραχώδες ανάγλυφο που στεφανώνει και τον Μούρο, μια δίδυμη παραλία στη συνέχεια του δρόμου προς τη γαλήνια Κάτω Μεριά. Ακόμα νοτιότερα, στην αμμουδερή Καλοταρίτισσα, το beach bar δίνει μαθήματα ψηφιακής αποτοξίνωσης στο μαυροπίνακα: “Δεν έχουμε WiFi. Μιλήστε μεταξύ σας. Προσποιηθείτε ότι είναι 1994!” γράφει στα αγγλικά. Αφού πάρεις καφέ στο χέρι, πιάνεις θέση στο καϊκάκι που κάθε ώρα σε μεταφέρει σε μία απ’ τις ωραιότερες παραλίες της Αμοργού, απέναντι, στο νησάκι της Γραμβούσας.
Την ανάσα κόβει από ψηλά, καθώς πλησιάζεις απ’ τη Χώρα, ο Άγιος Παύλος, στο κέντρο του νησιού, μια “γλώσσα” στεριάς σαν να προσπαθεί ν’ αγγίξει την κοντινή βραχονησίδα της Νικουριάς. Το καϊκάκι θα σε “πετάξει” κι εδώ κάθε ώρα μέχρι τη φιλήσυχη Νικουριά, όπου θα βρεις μόνο ένα beach bar (“The Great Dalmuti” – απ’ τη διακόσμηση, μάλλον φαν των Ramones) και λίγες ξαπλώστρες που αγναντεύουν τα αστραφτερά, κρυστάλλινα νερά· σκέτη όαση στο άνυδρο τοπίο.
Στα βόρεια του νησιού, η Ψιλή Άμμος, μια αμμουδιά φιλική στους γυμνιστές, με τιρκουάζ νερά και φόντο τα γραφικά γύρω βουνά, κρύβεται 10 λεπτά μακριά απ’ την οικογενειακή παραλία της Λεβρωσσού, κατά μήκος ενός πανοραμικού, παραθαλάσσιου μονοπατιού. Αμφότερες οι παραλίες βρίσκονται λίγα λεπτά με αμάξι ή καραβάκι απ’ την Αιγιάλη, το δεύτερο λιμάνι του νησιού, μετά τα Κατάπολα. Νεανική, με τα αγαπημένα beach bars “Αmmos” και “Disco The Que” για καφέ και ολονυχτίες, τα ταβερνάκια κάτω απ’ τα αλμυρίκια να σερβίρουν φρέσκες σαλάτες και θαλασσινά, δυο βρεγμένα βήματα απ’ την αμμουδιά, η Αιγιάλη είναι το μέρος όπου χτυπά πιο δυνατά η καλοκαιρινή καρδιά της Αμοργού.
Βόλτες στην κορυφή του κόσμου
Η ψημένη ρακή είναι το επίσημο ποτό (για τις πιο ανεπίσημες καταστάσεις) της Αμοργού και η καλύτερη είναι σπιτική και προσφέρεται δωρεάν, για το καλωσόρισμα, έπειτα από επικό λαχάνιασμα στα εκατοντάδες σκαλοπάτια που θα σε ανεβάσουν στο Μοναστήρι της Παναγίας Χοζοβιώτισσας, φωλιασμένο απ’ τον 11ο αιώνα στους ιλιγγιώδεις γκρεμούς της νότιας ακτής. Λίγα χιλιόμετρα πιο πάνω, στο κέντρο του μακρόστενου νησιού, τα καλντερίμια, σαν κυκλαδίτικη ζωγραφιά της Χώρας, παίρνουν χρώμα από ανεξάρτητα μαγαζάκια (τσέκαρε το κεραμοτεχνείο “Εν Αμοργώ”), ταβέρνες με πειραγμένες νησιωτικές γεύσεις (θα τις βρεις παντού) και φωτογενή μπαράκια – το ψαγμένο “Γιασεμί-Jazzmin” (2285074017) και η ατμοσφαιρική “Botilla” (2285071115) σερβίρουν ποιοτικά κοκτέιλ για να απολαύσεις στο μάξιμουμ το υπέροχο τοπίο. Στην κορυφή ενός βράχου, στο κέντρο του μεσαιωνικού οικισμού, το ενετικό κάστρο χαρίζει θέα 360 μοιρών, απ’ τους παραδοσιακούς ανεμόμυλους μέχρι το Αιγαίο, με μια δόση σουρεαλισμού, μιας και το ανοίγεις κατά βούληση (για το κλειδί ρώτα τα καφέ στην πλατεία της Λόζας). Ένας χαμογελαστός Γάλλος μάς έκανε νόημα να πούμε adieu στο μεθυστικό ηλιοβασίλεμα για να επιστρέψει εγκαίρως το κλειδί στους κλειδοκράτορες, που σέρβιραν ήδη ποτάκια λίγο πιο κάτω.
Πέρα απ’ τα κλασικά, δύο ακόμα στάσεις αξίζουν το road trip: τα πανέμορφα Θολάρια, πάνω απ’ τον όρμο της Αιγιάλης, με τα φιδωτά καλντερίμια να αγκαλιάζουν καρτποσταλικά το βουνό Κουτουλός· και το ναυάγιο του πλοίου “Ολυμπία”, ο σκουριασμένος σκελετός του οποίου στοιχειώνει σινεματικά εδώ και δεκαετίες τον όρμο Λίβερου, στην Κάτω Μεριά.
athinorama.gr