Διακοπές στη Μύκονο εκτός σεζόν προτείνει το γερμανικό περιοδικό Reisereporter
Το περιοδικό Reisereporter στο δημοσίευμά του χαρακτηρίζει τη Μύκονο ως “λατρεία” και την περιγράφει σαν “ένα μοντέρνο προορισμό διακοπών, με επισκέπτες καθ ‘όλη τη διάρκεια του έτους, γεγονός που καθιστά δύσκολο να αποφύγει κανείς την πολυκοσμία”. “Ωστόσο, πολλά εξαρτώνται πραγματικά από την εποχή του έτους που ταξιδεύει κανείς και υπάρχουν μήνες που η φασαρία καταλαγιάζει λίγο”, προσθέτει.
Σύμφωνα με το άρθρο, τα party animals επισκέπτονται το νησί τον Ιούλιο ή τον Αύγουστο, με τη Μύκονο τη συγκεκριμένη περίοδο του έτους να είναι πολύβουη και θορυβώδης. “Οι μήνες Μάιος, Ιούνιος και Σεπτέμβριος είναι πιο ήσυχοι. Την περίοδο αυτή, το κλίμα εξακολουθεί να είναι υπέροχο, η θερμοκρασία του νερού κυμαίνεται μεταξύ 20 (από τα μέσα Μαΐου) και 24 βαθμών (μέχρι το τέλος Σεπτεμβρίου), αλλά πολλοί από τους τουρίστες έχουν φύγει. Η πιο ήσυχη περίοδος είναι από τον Οκτώβριο έως τον Μάρτιο”, αναφέρει το περιοδικό.
Στο αφιέρωμα στο νησί, επισημαίνεται ότι η “Μύκονος μπορεί να είναι ένα μικρό νησί, αλλά είναι αρκετά μεγάλη για να είναι κάτι περισσότερο από μια απλή τουριστική ατραξιόν”. Διαθέτει, μάλιστα ήσυχες και μοναχικές γωνιές, που πρέπει να επισκεφθεί κάθε ταξιδιώτης για να γνωρίσει το αυθεντικό της “πρόσωπο”.
Ειδική αναφορά γίνεται στους ανεμόμυλους, το “σήμα κατατεθέν” της Μυκόνου, που, όμως, “πολιορκούνται” από τα πλήθη των τουριστών. Ωστόσο, σύμφωνα με το δημοσίευμα, υπάρχει ένας ανεμόμυλος λιγότερο πολυσύχναστος. “Ο Μύλος του Μπόνη, ένα πέτρινο κτίσμα του 16ου αιώνα, που πήρε το όνομά του από τον τελευταίο ιδιοκτήτη του, τον μυλωνά Γεώργιο Μπόνη”.
“Από τον ανεμόμυλο μπορεί κανείς να δει ολόκληρη την πόλη της Μυκόνου και να έχει επίσης υπέροχη θέα στους ανεμόμυλους, στην περιοχή Κάτω Μύλοι. Σε άμεση γειτνίαση βρίσκεται το Αγροτικό Μουσείο Μυκόνου, ένα είδος υπαίθριου μουσείου όπου όλα περιστρέφονται γύρω από την παραδοσιακή διαδικασία παραγωγής του ψωμιού και του κρασιού”, αναφέρεται.
Στη συνέχεια αναφορά γίνεται στην παραλία του Αγίου Ιωάννη, “έναν μικρό κόλπο που δεν κατακλύζεται από τουρίστες, ειδικά εκτός της κύριας τουριστικής περιόδου, με τα υπέροχα ηλιοβασιλέματα και τη θέα στο νησί της Δήλου, έναν από τους σημαντικότερους αρχαιολογικούς χώρους στην Ελλάδα”.
Αλλά και στην παραλία Αγράρι, που βρίσκεται σε άμεση γειτνίαση με την παραλία Ελιά, η οποία συνιστάται σε οικογένειες και όσους αναζητούν ηρεμία και γαλήνη. “Η μικρή παραλία εκτείνεται στο τέλος ενός στενού μονοπατιού που περνά πάνω από βράχια τα οποία καταλήγουν απότομα στη θάλασσα. Το σκηνικό είναι ονειρεμένο: κρυστάλλινα νερά, λευκή άμμο και ψηλά βράχια”, αναφέρει το δημοσίευμα.
Αναφορά γίνεται και στην παραλία Μερχιά, την οποία το περιοδικό ονομάζει “μυστικό tip” -ιδανική επιλογή για όποιον αναζητά την ηρεμία και την ησυχία- αλλά και στο γραφικό χωριό Όρνος, με την παραλία με τα ρηχά νερά, που ενδείκνυται για οικογένειες με παιδιά.
Ακόμη, στο αφιέρωμα παρουσιάζεται ο φούρνος του Γιώρα, ο οποίος χρονολογείται από τον 18ο αιώνα και είναι ο παλαιότερος φούρνος που λειτουργεί ακόμα στη Μύκονο και ο παλαιότερος ξυλόφουρνος στις Κυκλάδες. Στον φούρνο ο επισκέπτης μπορεί να απολαύσει γλυκά ή αλμυρά αρτοσκευάσματα και λιχουδιές όπως ο μπακλαβάς με αμύγδαλα ή η πίτα με σπανάκι και φέτα -όλα φτιαγμένα με πρώτες ύλες της περιοχής.
Τέλος, από το εκτενές αφιέρωμα στη Μύκονο δεν θα μπορούσε να απουσιάζει η προβολή των τοπικών σπεσιαλιτέ, όπως η κοπανιστή, για παράδειγμα, ένα μαλακό τυρί, το ξινότυρο, από πρόβειο γάλα, η κρεμμυδόπιτα, μια αλμυρή πίτα γεμιστή με φέτα, ρικότα ή ελληνικό γιαούρτι, κρεμμύδια και άγρια βότανα, η λούζα, ένα λουκάνικο από χοιρινό κρέας και διάφορα μπαχαρικά που αποξηραίνεται στον ήλιο και η μελοπίτα, ένα δημοφιλές επιδόρπιο με μέλι, τυροβολιά και μπόλικη κανέλα.