“Η φετινή σεζόν ήταν η καλύτερη για τη Σαντορίνη, αλλά και για ολόκληρη την Ελλάδα, και κινήθηκε σε πολύ υψηλά ποσοστά, τόσο σε επίπεδο αφίξεων, όσο και σε επίπεδο εσόδων.
Συγκριτικά με το 2019 η αύξηση υπολογίζεται μεταξύ του 25% με 30%”. Είναι η εικόνα που δίνει, μιλώντας στο Capital.gr, ο πρόεδρος της Ένωσης Ξενοδόχων Σαντορίνης Αντώνης Ηλιόπουλος, αποτυπώνοντας τις πολύ υψηλές επιδόσεις που κατέγραψε αυτή τη χρονιά ο τουρισμός.
Όπως αναφέρει, ο Σεπτέμβριος ακολούθησε την πορεία των προηγούμενων μηνών και κατέγραψε πληρότητες που άγγιξαν ακόμα και το 90% σε όλες τις κατηγορίες των καταλυμάτων, με τις εισπράξεις να καταγράφουν και αυτές παράλληλη άνοδο.
Πολύ ενθαρρυντικά κινείται όμως και ο Οκτώβριος, “που συνεχίζει δυναμικά την πορεία του προς νέα ρεκόρ, για να κλείσει εμφατικά η φετινή χρονιά” τονίζει ο κ. Ηλιόπουλος.
Χαρακτηριστικό της υψηλής ζήτησης που καταγράφεται για το νησί της Σαντορίνης είναι πως τα περισσότερα ξενοδοχεία θα κλείσουν μέχρι το τέλος Οκτωβρίου, όμως αρκετά θα παραμείνουν ανοιχτά για πρώτη φορά και τον Νοέμβριο, δίνοντας έτσι μια ώθηση στην προσπάθεια για επιμήκυνση της σεζόν.
Η Σαντορίνη είναι από τους σημαντικότερους προορισμούς για τους Αμερικανούς τουρίστες και αυτό συνέβαλε στην αύξηση των αφίξεων αλλά και των εσόδων, καθώς η μέση δαπάνη των Αμερικανών είναι αδιαμφισβήτητα η πιο υψηλή στατιστικά.
Η απαγόρευση εξόδου όμως για τους Κινέζους από την χώρα τους, λέει ο κ. Ηλιόπουλος, οι οποίοι πάντα αποτελούσαν μεγάλο μερίδιο αγοράς για την Σαντορίνη, έγινε αισθητή κυρίως στις χαμηλές περιόδους, όμως τελικά αντικαταστάθηκε από την αύξηση άλλων αγορών, κυρίως ευρωπαϊκών και αμερικανικών και έτσι δεν φάνηκε να επηρεάζει τα τελικά νούμερα.
Στην ερώτηση για το εάν πάμε για νέο ρεκόρ εσόδων, ο πρόεδρος της Ένωσης Ξενοδόχων Σαντορίνης τονίζει απαντά πως είναι σίγουρο πως όλες οι επιχειρήσεις του κλάδου του τουρισμού θα καταγράψουν ρεκόρ εσόδων.
“Όμως επίσης σημαντικό είναι αν θα καταφέρουν να έχουν αύξηση κερδών, καθώς τα λειτουργικά κόστη έχουν υπέρμετρα αυξηθεί, κυρίως λόγω του ενεργειακού αλλά και του υψηλού πληθωρισμού. Ένας ακόμη υπολογίσιμος παράγων για τις ξενοδοχειακές επιχειρήσεις είναι και η αύξηση του κόστους δανεισμού, λόγω της μεγάλης ανόδου των επιτοκίων” εξηγεί.
Η άλλη όψη των τουριστικών ροών
“Στο πλαίσιο της υπέρμετρης αύξησης των αφίξεων, ως μεγαλύτερο πρόβλημα που αντιμετωπίσαμε, ήταν η διαχείριση των τουριστικών ροών, σε όλο το φάσμα της, που δημιουργήθηκε κυρίως από την έλλειψη υποδομών για να τις υποστηρίξουν. Χρειάζεται να εξετάσουμε προσεκτικά την φέρουσα ικανότητα του προορισμού, καθώς και να μελετήσουμε επιμελώς τον χωροταξικό σχεδιασμό ανάπτυξης του” σημειώνει ο κ. Ηλιόπουλος.
“Στο πλαίσιο αυτό θα πρέπει άμεσα να δημιουργηθεί ένας οργανισμός διαχείρισης προορισμού (DMO) με την συμμετοχή του ιδιωτικού και του δημόσιου τομέα, ώστε να συμβάλλει στην άμεση και σωστή επίλυση των προβλημάτων, στην διαχείριση, στην προβολή και την προστασία του” συμπληρώνει.
Όσον αφορά την νέα σεζόν, ο πρόεδρος της Ένωσης Ξενοδόχων Σαντορίνης υπογραμμίζει πως θα πρέπει να είμαστε συγκρατημένα αισιόδοξοι, καθώς βλέπουμε ότι η Ευρώπη εισέρχεται σε μία φάση ύφεσης, κυρίως λόγω του ενεργειακού προβλήματος αλλά και των πληθωριστικών πιέσεων, που θα επηρεάσουν αρνητικά τούς ρυθμούς ανάπτυξης της.
“Αυτό θα έχει σαν αποτέλεσμα να μειωθεί το διαθέσιμο εισόδημα για τουρισμό και ταξίδια, καθώς οι προτεραιότητες θα επικεντρωθούν πρωταρχικά στην κάλυψη των αναγκών διαβίωσης.
Αν ανοίξουν οι ασιατικές αγορές που παραμένουν κλειστές για 3 χρόνια, σε συνδυασμό με την διατήρηση της καλής ροής από την Αμερικανική Ήπειρο, θα αντικατασταθούν οι όποιες απώλειες της ευρωπαϊκής μείωσης”.
“Αν και είναι νωρίς για να κάνει κανείς προβλέψεις για την νέα σεζόν, φαίνεται ότι η πορεία της θα εξαρτηθεί από τις διεθνείς εξελίξεις, όπως π.χ. ο τερματισμός των πολεμικών συγκρούσεων, η μείωση στις τιμές των καυσίμων που επηρεάζουν άμεσα τις τιμές των αεροπορικών και ακτοπλοϊκών εισιτηρίων (και όχι μόνον), η αποκλιμάκωση των επιτοκίων δανεισμού και κυρίως η μείωση του πληθωρισμού, καθώς συμπαρασύρει και το μισθολογικό αλλά και το συνολικό λειτουργικό κόστος των ξενοδοχείων”.
Όπως καταλήγει, στο θέμα της τιμολογιακής πολιτικής, πάντα πρέπει να υπολογίζουμε τις παραμέτρους της αγοράς μεταξύ προσφοράς και ζήτησης, καθώς μια υπέρμετρη αύξηση τιμών για κάλυψη λειτουργικών αναγκών μπορεί να επηρεάσει αρνητικά το τελικό αποτέλεσμα.
capital.gr