Η Μύκονος είναι μία χρηματομηχανή
Το ολοσέλιδο αφιέρωμα του εβδομαδιαίου τεύχους του περιοδικού Spiegel –με υπογραφή του Claus Hecking- εξηγεί πως η Μύκονος έχει μετατραπεί σε μία «χρηματομηχανή» χάρη στον τουρισμό πολυτελείας στον οποίο ειδικεύεται πλέον το κυκλαδίτικο νησί.
Παρέχει υψηλού επιπέδου και κόστους υπηρεσίες στον τομέα εστίασης και φιλοξενίας, με δωμάτια ξενοδοχείων που μπορεί να φτάνουν στα 700-1.100 ευρώ τη βραδιά, προσφέροντας όμως θέα στο απέραντο γαλάζιο του Αιγαίου και εντυπωσιακές αμμουδιές, όπως αναφέρει χαρακτηριστικά ο αρθρογράφος.
Σύμφωνα με τις κυβερνητικές προβλέψεις, οι ξένοι επισκέπτες αναμένεται να αφήσουν φέτος στην χώρα περί τα 18.5 δισ. ευρώ, ξεπερνώντας όλα τα προηγούμενα ρεκόρ της χώρας που βγήκε από τη βαθύτερη οικονομική κρίση της ιστορίας της χάρη στον τουρισμό, συνεχίζει το άρθρο.
Φιλοξενεί και δηλώσεις του πρώην Υπουργού Τουρισμού κ. Κικίλια για την έκρηξη του τουρισμού που δημιουργεί δεκάδες χιλιάδες θέσεις εργασίας, καθώς και για τη σημασία των ξένων επενδύσεων στον τουριστικό κλάδο.
Ιδιαίτερη μνεία γίνεται στην οικονομική κρατική στήριξη προς την ανάπτυξη του ξενοδοχειακού κλάδου πολυτελείας, με αποτέλεσμα τον υπερπενταπλασιασμό του αριθμού πεντάστερων ξενοδοχείων από το 2012 μέχρι σήμερα.
Ο αρθρογράφος επισημαίνει ότι το 2015 η Ελλάδα βρισκόταν στα πρόθυρα της χρεοκοπίας και σήμερα αποτελεί μια από τις πιο δυναμικές οικονομίες της ΕΕ με ρυθμούς ανάπτυξης 8,4% και 5,9% την τελευταία διετία, ενώ το ποσοστό ανεργίας έχει μειωθεί δραστικά σε σχέση με το 2015.
Επίσης, γίνεται αναφορά στη συμβολή της Fraport, στην οποία –όπως σημειώνεται- οφείλεται η πλήρης ανακαίνιση 14 ελληνικών αεροδρομίων με την υπογραφή, από την ελληνική κυβέρνηση, μεσούσης της κρίσης, σχετικής σύμβασης μίσθωσης, παρά τις τότε αντιδράσεις συνδικαλιστών και πολιτικών παραγόντων.
Μεταξύ άλλων, επισημαίνεται ότι μαζί με τον μαζικό τουρισμό πολυτελείας στη Μύκονο ευδοκιμεί και το ξέπλυμα μαύρου χρήματος, η διαφθορά και το οργανωμένο έγκλημα, καθώς επί σειρά ετών οι αρχές δεν μεριμνούσαν για την πάταξη της αυθαίρετης δόμησης.
ΠΗΓΗ: Περιοδικό Spiegel