Υπερπαραγωγές με δυσθεώρητο τζίρο περιλαμβάνει πλέον η βιομηχανία του γαμήλιου τουρισμού στην Ελλάδα
Ενα εντυπωσιακό ρεπορτάζ για τον γαμήλιο τουρισμό στην Ελλάδα, υπογράφει η Μαριάνα Κακαουνάκη στην εφημερίδα Καθημερινή, ξεκινώντας με το παράδειγμα ενός γάμου που κόστισε 10 εκατομμύρια ευρώ, περιλαμβάνοντας τενίστες και μασέρ. Οπως γράφει: Η προετοιμασία για τον συγκεκριμένο γάμο –ή μάλλον το πάρτι του γάμου– στην Ελλάδα ξεκίνησε υπό άκρα μυστικότητα, ένα χρόνο πριν. Το διάσημο ζευγάρι δεν είχε σχέση με τη χώρα μας, παντρεύτηκαν στη Νέα Υόρκη το 2019 και μετά την πανδημία αποφάσισαν να το γιορτάσουν με 150 φίλους σε ένα μέρος που είχαν επισκεφθεί και τους άρεσε. Η «επιχείρηση» που στήθηκε, με προϋπολογισμό που αγγίζει τα 10 εκατ. δολάρια, είναι ίσως μία από τις πιο ακραίες περιπτώσεις μιας βιομηχανίας που πλέον ανθεί στη χώρα μας: αυτή του γαμήλιου τουρισμού.
Αποκλειστικά για τη συγκεκριμένη εκδήλωση εργάστηκαν πάνω από 200 άτομα. Κάποιοι για το τριήμερο, άλλοι για μήνες. Κάποιοι που ειδικεύονται σε συγκεκριμένο κομμάτι είχαν ταξιδέψει από πολύ μακριά. Για παράδειγμα, υπήρχε μια γυναίκα από την Ελβετία που ήταν επικεφαλής 20 ατόμων που θα λειτουργούσαν ως «σκιές» των καλεσμένων. Ενας άνδρας, ασιατικής καταγωγής, που είχε αποστηθίσει όλων τις διατροφικές προτιμήσεις – αλλεργίες και ήταν παρών στα γεύματα, για να επιβεβαιώνει πως δεν έχει γίνει κάποια παράλειψη. Μια γυναίκα που φημίζεται για τη δουλειά που κάνει με τις βαλίτσες, ήταν υπεύθυνη για τους δεκάδες αχθοφόρους, που τις παραλάμβαναν από τα διάφορα ιδιωτικά ή δημόσια αεροδρόμια για να τις μεταφέρουν στο δωμάτιο κάθε καλεσμένου. Αλλος από την Αμερική ήταν υπεύθυνος για το φαγητό (και είχε προσλάβει κάποιους από τους καλύτερους σεφ της Ελλάδας ως προσωπικό κάθε βίλας). Ακόμη και η υπεύθυνη για τον ανθοστολισμό είχε ταξιδέψει από τη Νέα Υόρκη. Η ομάδα της (τεσσάρων ατόμων) συνεργάστηκε με Ελληνίδα ανθοπώλισσα. Εβδομάδες πριν όλοι έπρεπε να βρίσκονται στην Ελλάδα. Σε ένα διαμέρισμα – «αρχηγείο» στο κέντρο της Αθήνας είχαν γίνει οι συνεντεύξεις και μετέπειτα η εκπαίδευση του προσωπικού. Επαγγελματίες τενίστες που θα έπαιζαν με όποιον ήθελε, γιατροί, σωματοφύλακες, κομμώτριες και μασέρ. Ακόμη και μία φιλόλογο είχαν προσλάβει, που ήταν διαθέσιμη να μιλήσει για Ιστορία με όποιον καλεσμένο το επιθυμούσε. Τον φωτισμό είχε αναλάβει η ομάδα κορυφαίας σχεδιάστριας φωτισμού στην Ελλάδα.
«Να είστε αόρατοι»
Το προσωπικό είχε παραλάβει τέσσερις διαφορετικές στολές που έπρεπε να φορέσουν (ραμμένες για τον καθένα σε σχέδιο ανάλογα με τον σωματότυπό του) και αναλυτικές οδηγίες για τη συνολική του εμφάνιση. Θα έπρεπε να κάνουν δύο φορές ντους την ημέρα, να καλύψουν τατουάζ που φαίνονται, να μην έχουν ψεύτικες βλεφαρίδες, έντονο μακιγιάζ ή βαμμένα νύχια. «Πρέπει να είστε αόρατοι. Να μη νιώθουν πως τους ακούτε, αλλά να είστε διαθέσιμοι με το που θα σας απευθύνουν τον λόγο. Θα τους καλημερίζετε και θα τους καληνυχτίζετε στα ελληνικά», τους είπαν. Συζήτησαν για ώρα τα διάφορα σενάρια και πώς θα τα αντιμετώπιζαν. Ολοι τους υπέγραψαν αυστηρές συμβάσεις εχεμύθειας. Κάθε καλεσμένο τον υποδέχονταν με δώρα – ένα μαρμάρινο καραβάκι από γλύπτη στην Τήνο, βιβλία για την Ελλάδα, πετσέτα με κεντημένα τα ονόματα του σκάφους που θα χρησιμοποιούσαν (το «Χριστίνα»). Το ζευγάρι τούς καλωσόριζε με χειρόγραφα σημειώματα. Οι εορτασμοί, τους έγραφαν, θα ξεκινούσαν την Παρασκευή. Μπορούσαν να πάνε με σκαφάκια στην Υδρα ή σε κάποιο αρχαιολογικό χώρο. Την επόμενη ημέρα στις Σπέτσες – είχαν κλείσει μία από τις καλύτερες ταβέρνες του νησιού για μεσημεριανό. Στο ξενοδοχείο θα είχε σόου συγχρονισμένης κολύμβησης και ζωντανή μουσική από δημοφιλή νέα Ελληνίδα τραγουδίστρια. Το βράδυ στο ξενοδοχείο είχε «ελληνική» βραδιά. Είχαν στηθεί διάφορα περίπτερα σαν σκηνικά θεάτρου –σουβλατζίδικο, φούρνος κ.ο.κ.– με ελληνικό «street food». Μετά παρακολούθησαν στο αμφιθέατρο παράσταση Καραγκιόζη με θέμα την ιστορία του ζευγαριού: εκείνος επιτυχημένος επενδυτής, εκείνη διανοούμενη. Οι καλεσμένοι τους ήταν η αφρόκρεμα της υψηλής κοινωνίας της Αμερικής. Μετά την παράσταση βγήκαν κλαρίνα. Το επόμενο βράδυ περίμενε τους καλεσμένους η μεγάλη έκπληξη. Οσοι από το προσωπικό γνώριζαν λεπτομέρειες είχαν αυστηρές οδηγίες να μην τις αποκαλύψουν. Και ενώ το ζευγάρι είχε παρακαλέσει τους φίλους του να μην ποστάρουν τίποτα κατά τη διάρκεια του τριημέρου (και φαίνεται πως το τήρησαν αφού στο Διαδίκτυο δεν υπάρχει καμία πληροφορία), το βράδυ εκείνο τα μέτρα ήταν δρακόντεια. Μπαίνοντας στον χώρο, όλοι ανεξαιρέτως οι καλεσμένοι έπρεπε να βάλουν τα κινητά σε μια ειδική θήκη με αντικλεπτικό. Κανείς δεν έφερε αντίρρηση (μόνον ένας καλεσμένος που είχε να παρακολουθήσει τον αγώνα της κόρης του, οπότε ένας εργαζόμενος κάθισε μαζί του μέχρι να τελειώσει ο αγώνας). Για περίπου δύο ώρες τραγούδησε ένας από τους διασημότερους καλλιτέχνες. Προς το τέλος, κάποιοι εργαζόμενοι είχαν οδηγίες να δώσουν γαρδένιες στους καλεσμένους και να τους μάθουν πώς να σπάνε πιάτα μπροστά στον οργανοπαίκτη που βγήκε να τον συνοδεύσει με το μπουζούκι του.
Την επομένη, το ζευγάρι έφυγε για μία εβδομάδα στα νησιά με τη θαλαμηγό «Χριστίνα» (με αυτό είχαν φτάσει όλοι οι καλεσμένοι από την Αθήνα). Η δουλειά των διοργανωτών, όμως, δεν σταμάτησε εκεί. Σχεδόν όλοι οι καλεσμένοι συνέχισαν τις διακοπές τους στην Ελλάδα και το τηλέφωνό τους χτυπούσε συνεχώς με κάποιο αίτημα. Ενας από τους διασημότερους καλεσμένους, για παράδειγμα, ζήτησε να φάει –ινκόγκνιτο– στην Αθήνα παϊδάκια και να πιει ρετσίνα. Υπάλληλος της ταβέρνας θυμάται πως διάφοροι «κομπάρσοι» είχαν καθίσει στα γύρω τραπέζια για να μη νιώσει ο καλεσμένος το περιβάλλον… αποστειρωμένο.
Παρότι δεν υπάρχουν επίσημα στοιχεία για τον γαμήλιο τουρισμό (κυρίως διότι οι περισσότεροι επιλέγουν να κάνουν εδώ μια συμβολική τελετή και όχι να τελέσουν μυστήριο), Ελληνες διοργανωτές που μίλησαν στην «Κ» εξηγούν πως η χώρα μας φιλοξενεί κάθε χρόνο εκατοντάδες γάμους ξένων – κάποιους πραγματικά υψηλών προδιαγραφών. «Οργανωνόμαστε και κάθε χρόνο είμαστε όλο και πιο έτοιμοι», λένε στην «Κ». Εκτός από τα νησιά όπως η Μύκονος ή η Σαντορίνη που παραμένουν ψηλά στις προτιμήσεις των ξένων, υπάρχουν πλέον και άλλοι προορισμοί στην Ελλάδα που επιλέγουν για τους γάμους τους οι ξένοι. Σύμφωνα με στοιχεία που έχει συγκεντρώσει μεταπτυχιακή φοιτήτρια για τη διπλωματική της με θέμα «Η έρευνα και η ανάλυση του γαμήλιου τουρισμού στην Ελλάδα» (Παπαδοπούλου, 1018) εξίσου δημοφιλείς είναι πλέον και πολλοί άλλοι προορισμοί όπως η Κρήτη, η Ρόδος, αλλά και η ηπειρωτική Ελλάδα, η Μονεμβασιά, το Ναύπλιο και η Χαλκιδική.
Οταν 15 φορτηγά εισέβαλαν σε ψαροχώρι της Πελοποννήσου
O Γιώργος Καράγιωργας, που αναλαμβάνει χρόνια τώρα (και) γάμους ξένων, πλέον αναζητάει στο εξωτερικό μόνο dj ή κάποια μπάντα και αυτό εάν οπωσδήποτε το επιθυμεί ο πελάτης. Για οτιδήποτε άλλο τους διαβεβαιώνει πως οι Ελληνες προμηθευτές μπορούν να αντεπεξέλθουν σε οποιαδήποτε απαίτησή τους. «Απλώς ακόμα παραμένουν λιγότερες οι επιλογές», διευκρινίζει στην «Κ». Για παράδειγμα υπάρχουν μόνο δύο προμηθευτές που κάνουν καταπληκτικά σκηνικά. Εξηγεί πως αυτή είναι η νέα μόδα, το να δημιουργείς φανταστικούς κόσμους (έδωσε το παράδειγμα ενός γάμου που ετοιμάζει φέτος στην Πελοπόννησο, όπου ο περιβάλλων χώρος ενός ξενοδοχείου θα μεταμορφωθεί σε ιαπωνικό κήπο).
Μέχρι στιγμής, το πιο «απαιτητικό» πάρτι που έχει κληθεί ο ίδιος να διοργανώσει ήταν στις Σποράδες. Οταν πρωτοπήγε στο σημείο με το ζευγάρι (εκείνος ξένος, εκείνη Ελληνίδα) ενθουσιάστηκε με το μαγικό τοπίο, αλλά στο μυαλό του άρχισαν να «τρέχουν» οι χιλιάδες δυσκολίες που θα αντιμετώπιζε. Και αυτό γιατί η τοποθεσία ήταν ένα… ακατοίκητο ιδιωτικό νησί χωρίς τρεχούμενο νερό, χωρίς ρεύμα, ούτε βέβαια λιμάνι για να φθάσουν οι προμήθειες για μια δεξίωση 500 ατόμων. Ενα μήνα πριν από τον γάμο συνειδητοποίησε πως υπήρχε ακόμη ένα πρόβλημα: το νησί ήταν γεμάτο έντομα και τρωκτικά (τελικά προμηθεύτηκαν ειδικό σύστημα που εξέπεμπε υπερηχητικά κύματα, εκατοντάδες κεριά σιτρονέλας και ψέκασαν παντού με ειδικά αιθέρια έλαια για τα κουνούπια).
Ο κ. Καράγιωργας έψαξε και νοίκιασε από την Κάλυμνο ένα πλοίο-παντόφλα, το οποίο ταξίδεψε στο Λαύριο και από εκεί στο ιδιωτικό νησί με όλες τις προμήθειες: ψυγεία, έπιπλα, πατώματα, αλλά και γεννήτριες, δεξαμενή με νερό, ακόμα και αποχετευτικά φορτηγά που θα έπαιρναν τα λύματα. Παράλληλα, εργάτες έφτιαχναν για ημέρες ένα υποτυπώδες «οδικό δίκτυο» στο νησί για να μπορέσουν να φθάσουν όλα αυτά τα φορτηγά στα διαφορετικά σημεία. Δύο εβδομάδες μετά όλα ήταν έτοιμα για να υποδεχθούν το ζευγάρι και τους φίλους τους που είχαν ταξιδέψει απ’ όλο τον κόσμο. Πολλοί από τους καλεσμένους δεν μπορούσαν να πιστέψουν πως όλο αυτό το σκηνικό είχε στηθεί μόνο για το πάρτι και πως την επόμενη ημέρα απλώς θα εξαφανιζόταν.
Η διοργανώτρια γάμων Ιωάννα Βαμβακάρη είχε παντρευτεί πριν από χρόνια στη Μονεμβασιά και είχε δει τις περιορισμένες δυνατότητες, αλλά ταυτόχρονα και την προοπτική που είχε ο τόπος. Με τον τότε δήμαρχο έκαναν παρουσιάσεις στους ξενοδόχους και τους εστιάτορες, προσπαθώντας να τους πείσουν να επενδύσουν στον γαμήλιο τουρισμό. «Υπάρχουν εκατοντάδες Ελληνες μετανάστες σε Αμερική και Αυστραλία που διψούν να επιστρέψουν στον τόπο τους για τις χαρές τους», τους έλεγε. Εκείνοι δίσταζαν να επενδύσουν, αλλά σιγά σιγά το τόλμησαν και πλέον η Μονεμβασιά είναι δημοφιλής προορισμός (μόνο η ίδια κάνει εκεί 20 γάμους τον χρόνο). «Από τέτοιους γάμους επωφελείται η τοπική κοινωνία», τονίζει. Μόνο από ένα γάμο που έκανε πέρυσι στη Λακωνία, το 1/3 του συνολικού προϋπολογισμού (1,8 εκατ. ευρώ) υπολογίζει πως έμεινε στα ταμεία των ντόπιων. Οι γονείς του γαμπρού (Ελληνοαμερικανοί δεύτερης γενιάς) είχαν μια απαράβατη επιθυμία: οι τριήμεροι εορτασμοί να γίνουν στον τόπο καταγωγής τους, στο Κυπαρίσσι, και να χρησιμοποιηθούν στις προετοιμασίες τόσο οι άνθρωποι όσο και οι πρώτες ύλες της περιοχής. Οταν η ομάδα της Βαμβακάρη πρωτοπήγε στο μικροσκοπικό ψαροχώρι, η αντίδραση όλων ήταν η ίδια: «Δεν γίνονται αυτά εδώ. Πού νομίζετε πως είστε;», της έλεγαν. Πέρα από τους 680 καλεσμένους θα απασχολούσαν 200 άτομα προσωπικό και οι διαθέσιμες κλίνες δεν έφθαναν ούτε για τους μισούς. Τελικά τους έδωσαν και το τελευταίο δωμάτιο στην ευρύτερη περιοχή, ενώ ο δήμος τους παραχώρησε τον μώλο του λιμανιού για το γλέντι. Ο δρόμος βέβαια ήταν υπερβολικά στενός, οπότε μέτρησαν κάθε σημείο –κατά μήκος και ύψος– και χρειάστηκε να νοικιάσουν ειδικά φορτηγά που ρύθμιζαν τον αέρα στα λάστιχα για να περάσουν κάτω από μπαλκόνια ή δέντρα. Οταν τελικά έφθασαν τα φορτηγά (πάνω από 15), οι γιαγιάδες του χωριού βγήκαν στον δρόμο: «Αγόρι μου, ό,τι και να κάνεις δεν χωράς να περάσεις», φώναζαν. Και όμως είδαν το ένα μετά το άλλο να ξεφορτώνουν στο μικρό λιμάνι και να φεύγουν. Ολο το χωριό ήταν καλεσμένο. Γλέντησαν μέχρι το πρωί και όλοι ένιωθαν περήφανοι που έγινε ένας τέτοιος γάμος στον τόπο τους.