Τοποθέτηση Αντώνη Συρίγου, Βουλευτή Κυκλάδων ΣΥ.ΡΙΖ.Α., κατά τη συζήτηση για τους Κώδικες στην αρμόδια Επιτροπή της βουλής στις 05.06.2019
Η απουσία από τις διαδικασίες θα καταγραφεί ως μέγιστο πολιτικό λάθος.
«Αρχίζω λέγοντας ότι οι κώδικες δεν είναι προϊόν κάποιας κομματικής εμπνεύσεως, κάτι που σκοπίμως παραλείπεται ή δεν προβάλλεται καθόλου. Είναι προϊόν, έργο της νομοπαρασκευαστικής επιτροπής, δηλαδή μιας επιστημονικής επιτροπής, που εργάστηκε αόκνως και το έργο της, πριν φτάσει στη Βουλή, έτυχε μεγάλης δημοσιότητας και έγινε αντικείμενο ευρείας διαβουλεύσεως. Αυτό θα μπορούσε να αποτελέσει τη βάση μιας πλατιάς συναίνεσης. Δυστυχώς, αυτό δεν έγινε. Δεν υπήρξε. Η αντιπολίτευση είτε απουσίασε, είτε απεχώρησε.
Η κωδικοποίηση προϋποθέτει την ένταξη των επιμέρους στοιχείων της, δηλαδή και των άρθρων, σε μια ενιαία αντίληψη και κατεύθυνση, την οποία θα αποδομούσαν τυχόν επιμέρους τροποποιήσεις. Δηλαδή, είναι ένα σύνολο που απαρτίζεται από κάποια άρθρα, τα οποία εξυπηρετούν ένα συγκεκριμένο σκοπό, που είναι και η ουσία της κωδικοποίησης. Το λέω αυτό για να εξηγήσω τον τρόπο με τον οποίο γίνεται η συζήτηση και είναι σημαντικό. Λαμβάνοντας, λοιπόν, πρόνοια το ίδιο το Σύνταγμα για την εξυπηρέτηση του σκοπού αυτού έχει το άρθρο 76 παράγραφος 6, το οποίο δεν χρειάζεται να σας αναγνώσω, και ο Κανονισμός της Βουλής το άρθρο 111 και κυρίως την παράγραφο 3, που λέει πως γίνεται η συζήτηση και η επιψήφιση ακολούθως των κωδίκων.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, η αποχώρηση και η απουσία, αν δεν αποτελεί υπεκφυγή, εγώ πιστεύω ότι συμβαίνει αυτό, ενέχει έντονο το στοιχείο της επικοινωνίας. Δηλαδή, είναι επιτυχημένο επικοινωνιακό μέσο, που, δυστυχώς, υποσκελίζει την παρουσία. Η απουσία, δηλαδή, ως επικοινωνιακό μέσο υποσκελίζει την παρουσία, η οποία παρουσία αποτελεί την πεμπτουσία της πολιτικής, διότι προϋποθέτει την εκφορά συγκροτημένου πολιτικού λόγου και με λίγα λόγια μια αιτιολογημένη τοποθέτηση πάνω στο ζητούμενο. Υπό το πρίσμα αυτό, η απουσία από τις διαδικασίες θεωρώ, ότι επιτελεί μεν τον επικοινωνιακό σκοπό της, μπερδεύοντας βέβαια τις κοινοβουλευτικές διαδικασίες, ως μη όφειλε, με την διεξαγωγή του προεκλογικού αγώνα, αλλά αποτελεί μέγιστο πολιτικό λάθος και ως τέτοιο θα καταγραφεί.
Κυρίες και κύριοι συνάδελφοι, ερχόμενος με δύο λόγια στα ζητήματα των κωδίκων θα ήθελα να κλείσω την ομιλία μου με δύο θεμελιώδη ερωτήματα, που αφορούν τους κώδικες, -αποτελούν πιστεύω και στόχευση τους- είναι ουσία του ποινικού δικαίου και στα οποία, δυστυχώς, ενώ η απάντηση, η οποία δίδεται σήμερα, είναι αυτοί οι ίδιοι οι κώδικες, δηλαδή ο ποινικός κώδικας που κατηρτίσθη από την νομοπαρασκευαστική επιτροπή και ο κώδικας ποινικής δικονομίας, δεν θα λάβουμε ποτέ επίσημη απάντηση από την αντιπολίτευση. Κάτι το οποίο, για εμένα, περιγράφει το μεγάλο πολιτικό της λάθος.
Δεν θα λάβουμε ποτέ απάντηση, διότι όπως είπα, η απουσία δεν χρησιμοποιήθηκε μόνον επικοινωνιακά, αλλά είναι και μία υπεκφυγή τοποθέτησης επάνω σ’ αυτό το ζήτημα, διότι υπάρχουν και διαφορετικές αντιλήψεις στην ίδια την αντιπολίτευση γύρω από αυτά τα οποία συζητούμε και δεν θέλουν να φανούν.
Το πρώτο, λοιπόν, ερώτημα είναι το εξής. Τα θέτω. Είπα ότι οι απαντήσεις από την δική μας πλευρά δίδονται με το έργο και τους Κώδικες της Νομοπαρασκευαστικής Επιτροπής, αλλά επισήμως δεν θα μάθουμε ποτέ το τι λέει η Αντιπολίτευση. Ανεπισήμως από τα πάνελ και από τα κανάλια, εντάξει θα μάθουμε. Εδώ, όμως, δεν θα έχουμε κάποια απάντηση.
Το πρώτο ερώτημα. Εάν θεωρήσουμε ότι οι στόχοι της ποινής είναι η γενική και η ειδική πρόληψη, τοποθετούμενοι πάνω σ’ αυτό το ζήτημα βελτιώνεται η κατάσταση, πληρούνται αυτοί οι στόχοι με τον Ποινικό Κώδικα; Δεν μας έχουν απαντήσει και ούτε θα μας απαντήσουν. Είναι, όμως, ένα στοιχείο που διατρέχει και πιστεύω, ότι μπορεί να αποτελέσει και ωραία συζήτηση αύριο στην Ολομέλεια.
Το δεύτερο στοιχείο. Ο Ποινικός Κώδικας και η Ποινική Δικονομία, ετέθη και από άλλους ομιλητές, δεν είναι μόνον η πρόληψη, δηλαδή το αποθετικό στοιχείο του εγκλήματος. Έχει και τα θετικά στοιχεία. Κατοχυρώνει δικαιώματα και ο Ποινικός Κώδικας και η Ποινική Δικονομία. Εγώ, πιστεύω ότι ούτε σ’ αυτό θα απαντήσουν επισήμως και δεν θέλουν να απαντήσουν, αποφεύγουν. Διότι τι έχει γίνει; Έχει γίνει μία ιδεολογικοποίηση αυτού που αποκαλούμε έγκλημα, δηλαδή το προσεγγίζουν από μια πολιτικό-ιδεολογική σκοπιά, η οποία καλύπτει τα πράγματα, δημιουργεί έντονο φόβο και ανασφάλεια, όπως ειπώθηκε προηγουμένως, επιχειρείται η προσέγγιση του φαινομένου αυτού μέσα από κραυγές και πανικό και αυτό, δεν αποτελεί πολιτική. Πολιτική, είναι, σε αυτά τα οποία συζητούμε, όπως στους Κώδικες που ήρθαν, οι οποίοι είναι ένα προϊόν, όπως είπα επιστημονικής επεξεργασίας που έτυχε ευρυτάτης αποδοχής, η τοποθέτηση επάνω σε αυτό είναι η ουσία του ζητήματος και όχι όλα τα υπόλοιπα. Τα υπόλοιπα συσκοτίζουν και απλά αποτελούν επικοινωνιακά επιχειρήματα για τις συζητήσεις που θα διεξαχθούν. Είναι πάντως κρίμα η απουσία τους.»
Την τοποθέτηση του Αντώνη Συρίγου, μπορείτε να παρακολουθήσετε εδώ: